Σελίδες

Δευτέρα 27 Δεκεμβρίου 2010

Το 3D ανιμέισον είναι σαν μαριονέτα χωρίς σχοινί

Σε μια εποχή που βομβαρδιζόμαστε από ανέμπνευστα παραμύθια χωρίς ψυχή, ρομποτικές εικόνες υψηλής τεχνολογίας, οι ταινίες κινουμένων σχεδίων του Γάλλου Σιλβέν Σομέ μοιάζουν με όαση. Για παράδειγμα το «Τρίο της Μπελβίλ» (2003), ένα κομψοτέχνημα αισθητικής με ευφάνταστους χαρακτήρες.




Η ιστορία του, με πρωταγωνιστή έναν ποδηλάτη, που απάγεται από την αμερικανική μαφία, θύμιζε κάτι από τις κωμωδίες του Μπάστερ Κίτον και του Ζακ Τατί. Και να που ήρθε η ώρα ο Σιλβέν Σομέ να αποδώσει τον δικό του φόρο τιμής στον σπουδαίο Γάλλο σκηνοθέτη, Ζακ Τατί, που τον έχουμε ταυτίσει όλοι με το κινηματογραφικό του άλτερ έγκο, τον Μεσιέ Ιλό.

Στη νέα του ταινία, «Ο Θαυματοποιός» (παίζεται στις αίθουσες), μεταφέρει σε κινούμενα σχέδια ένα ανέκδοτο σενάριο του Τατί, που γράφτηκε το 1956. Αφηγείται την τρυφερή ιστορία ενός ηλικιωμένου ταχυδακτυλουργού, ο οποίος, την ώρα που βλέπει την τέχνη των θαυμάτων και της μαγείας να πεθαίνει, γνωρίζει ένα φτωχό κορίτσι και το παίρνει υπό την προστασία του. Συναντήσαμε τον σκηνοθέτη στο Φεστιβάλ Βερολίνου και μας μίλησε για την ιστορία της ταινίας του που, επιπλέον, αποκάλυψε κάποιους άγνωστους απογόνους του Τατί.



- Πώς βρέθηκε το σενάριο στα χέρια σας;
«Οταν ετοιμάζαμε το "Τρίο της Μπελβίλ" ζητήσαμε από την κόρη του, Σοφί, την άδεια να χρησιμοποιήσουμε ένα κλιπ από την ταινία του, "Jour de fete". Είχε λοιπόν το σενάριο του "Θαυματοποιού", το οποίο της το είχε αφιερώσει ο πατέρας της. Το έγραφε τέσσερα χρόνια, απ' όταν ήταν 13 μέχρι τα 17 χρόνια της, καθώς παρακολουθούσε τη μεταμόρφωσή της από κοριτσάκι σε γυναίκα. Η Σοφί μάς έδωσε το σενάριο και λίγο αργότερα πέθανε. Επειτα έδωσαν τη συγκατάθεσή τους και οι νέοι κληρονόμοι του Ιδρύματος Τατί».

- Πώς προέκυψε η διαμάχη με τον γιο μιας άγνωστης κόρης του Τατί, ο οποίος ισχυρίζεται ότι το έγραψε για να της ζητήσει «συγγνώμη» που δεν την αναγνώρισε;
«Δεν υπάρχει διαμάχη. Κάποιοι Αγγλοι δημοσιογράφοι έκαναν κακή δουλειά. Θα έπρεπε να δουλεύουν σε κουτσομπολίστικη εφημερίδα και όχι στον "Γκάρντιαν" ή στον "Ομπζέρβερ". Οταν δούλευα την ταινία σε ένα στούντιο στη Σκωτία, έλαβα ένα γράμμα από κάποιον ΜακΝτόναλντ. Μου εξηγούσε ότι κατά τη διάρκεια του πολέμου, ενώ ο Τατί ήταν παντρεμένος, άφησε έγκυο μια γυναίκα αλλά δεν αναγνώρισε το παιδί. Δεν είχα λόγους να το αμφισβητήσω. Ολες οι οικογένειες κρύβουν ιστορίες. Βγήκαμε για φαγητό. Εμοιαζε λίγο στον Τατί. Αρχισε να γίνεται επιθετικός, γιατί υποστήριζε ότι ο Τατί έγραψε το σενάριο για την κόρη που δεν αναγνώρισε και ότι εγώ διαστρέβλωσα την αλήθεια. Δεν μπορώ να καταλάβω, όμως, πώς θα μπορούσε να γράψει τέτοια τρυφερή ιστορία για ένα κορίτσι που δεν γνώριζε. Επίσης, γνωρίζω ότι ο Τατί ήταν φανταστικός πατέρας απέναντι στη Σοφί».




- Σας φόβισε η μεταφορά του σεναρίου σε ταινία κινουμένων σχεδίων;
«Το σενάριο έχει στην καρδιά του τη σχέση πατέρα-κόρης. Με συγκίνησε διότι κι εγώ έχω κόρη. Αν δεν το έκανα ταινία κινουμένων σχεδίων θα χανόταν, γιατί η Σοφί δεν είχε σκοπό να το παραχωρήσει για ταινία με ζωντανή δράση. Το δεύτερο που με βοήθησε πολύ ήταν το ότι έκανα κάτι εντελώς διαφορετικό από το στιλ του Τατί. Δεν είχα στο μυαλό μου άλλον έναν Μεσιέ Ιλό».

- Είχατε ανάγκη, μετά την επιτυχία του «Τρίο της Μπελβίλ», να κάνετε κάτι πιο απλό και χαμηλών τόνων;
«Βέβαια. Ολοι μου έλεγαν ότι έπρεπε να ξανακάνω κάτι αντίστοιχο. Ο Τατί, όμως, με έκανε να εκτιμήσω και να υπηρετήσω την απλότητα».


- Βομβαρδιζόμαστε πλέον από τόσα 3D ανιμέισον που, όμως, αφαιρούν την ποίηση από τα κινούμενα σχέδια. Είναι μοναχικός ο δρόμος κόντρα σε αυτό το ρεύμα;
«Το πρόβλημα είναι ότι οι καλύτεροι σχεδιαστές κινουμένων σχεδίων έχουν προσχωρήσει στο 3D γιατί πίστεψαν ότι το μέλλον βρίσκεται εκεί. Αυτός που ασχολείται με το 3D φτιάχνει έναν εικονικό κόσμο, σαν να έχει μαριονέτες χωρίς σχοινί. Ο παραδοσιακός σχεδιαστής πρέπει να ζωγραφίζει γρήγορα, να γνωρίζει ανατομία, να απεικονίζει την κινητικότητα αλλά και να αποδίδει συναισθήματα ανθρώπων και ζώων. Οι νέοι στο επάγγελμα γοητεύονται από το 3D. Εκεί όμως έχουν το κομπιούτερ. Ενώ οι σχεδιαστές πρέπει να εξασκούν τους μυς τους, να ζωγραφίζουν συνέχεια με το μυαλό και το χέρι».




- Το κοινό-στόχος των ταινιών σας δεν είναι τόσο τα παιδιά. Τα είχατε, όμως, στο μυαλό σας όταν ετοιμάζατε τις ταινίες;
«Για το "Τρίο της Μπελβίλ" δεν σκεφτόμουν τα παιδιά, γιατί θα περιόριζα τον εαυτό μου. Το παράξενο ήταν ότι είχε επιτυχία στο παιδικό κοινό. Η κόρη μου, για παράδειγμα, παρ' όλο που έχει μεγαλώσει με ταινίες της Πίξαρ, την απόλαυσε πολύ. Τα παιδιά θεωρούν αληθινά αυτά που βλέπουν. Ενα μολύβι κι ένα χαρτί κάνουν καλό στη φαντασία και το μυαλό τους. Αν ένα πιτσιρίκι πάρει χαρτί και μπογιές στα χέρια του, μπορεί να... ξεφύγει. Αντιμετωπίζουν τις κινούμενες εικόνες ως μαγεία. Γι' αυτό θεωρώ αηδιαστικό όλον αυτό τον εικονικό κόσμο. Χάνουμε την επαφή μας με την πραγματικότητα. Οχι ότι δεν υπάρχουν ωραίες ταινίες 3D».

- Πιστεύετε ότι θα άρεσε η ταινία σας στον Τατί;
«Τον συνάρπαζαν τα κινούμενα σχέδια. Αλλά δεν είμαι καν σίγουρος για το αν θα ήθελα να τον είχα συναντήσει. Καμιά φορά είναι καλύτερα να μη γνωρίζεις τους ήρωές σου. Αυτό που πάντοτε μου προκαλούσαν οι ταινίες του ήταν μια πολύτιμη αίσθηση παιδικότητας».

Η καρτουνίστικη «ανάσταση» του κ. Υλό

Ενα σενάριο του Ζακ Τατί με κεντρικό ήρωα το alter ego του έγινε ταινία

Δεν έχουν περάσει πολλά χρόνια από τότε που ο κομίστας Σιλβέν Σομέ έδωσε πνοή στο ευρωπαϊκό κινούμενο σχέδιο με το «Τρίο της Μπελβίλ» (2003), ένα πρωτοποριακό καρτούν που κατόρθωσε να φθάσει ως τις υποψηφιότητες των Οσκαρ και μάλιστα σε δύο κατηγορίες: καλύτερου κινουμένου σχεδίου και μουσικής. Σήμερα ο Σομέ επιστρέφει με τον «Θαυματοποιό» («Τhe illusionist»). Οπως ανακοινώθηκε προσφάτως, είναι υποψήφια για Χρυσή Σφαίρα καλύτερης ταινίας animation, κάτι που σημαίνει ότι κατά πάσα πιθανότητα θα προταθεί και για Οσκαρ.



Ο Σομέ δήλωσε «συγκινητική και συγχρόνως τιμητική μια υποψηφιότητα για Χρυσή Σφαίρα» και δεν έκρυψε τον ενθουσιασμό του που ο «Θαυματοποιός» αναγνωρίζεται σε επίσημες διοργανώσεις παγκοσμίου επιπέδου. «Περισσότερο όμως», πρόσθεσε, «είμαι βαθιά συγκινημένος επειδή ο κόσμος βάζει αυτή την υπέροχη ταινία στην καρδιά του».

Ισως να μην μπορούσε να γίνει διαφορετικά. Ο «Θαυματοποιός» είναι ένας καλλιτέχνης και διασκεδαστής της σκηνής του οποίου όμως η τέχνη πεθαίνει. Οι ροκ σταρ κλέβουν τη λάμψη του και εκείνος είναι αναγκασμένος να αποδέχεται όλο και πιο αόριστες συμφωνίες με θέατρα, καφετέριες, μπαρ και πάρκα. Ωστόσο η συνάντησή του με την Αλίκη, ένα αθώο κορίτσι, θα αλλάξει για πάντα τη ζωή του. Από μόνο του το θέμα συγκινεί, ακόμη πιο συγκινητική είναι όμως η ιστορία που κρύβεται πίσω από τη δημιουργία του φιλμ, καθώς στηρίζεται σε ένα σενάριο του θρυλικού γάλλου ηθοποιού και σκηνοθέτη Ζακ Τατί (1907- 1982), δημιουργού του περίφημου κ. Υλό, τον οποίο έχουμε «συναντήσει» σε υπέροχες, φίνες κωμωδίες, όπως ο «Θείος μου», το «Ρlaytime» και το «Τraffic».

Η ταινία «Ο θαυματοποιός» θα προβάλλεται από την ερχόμενη Πέμπτη στις αίθουσες σε διανομή Νutopia.

Το συρτάρι της Σοφί
«Επί χρόνια η κόρη του Τατί, Σοφί, είχε κρυμμένο το σενάριο του “Θαυματοποιού” σε ένα συρτάρι της» μας είπε ο Σιλβέν Σομέ στο περασμένο Φεστιβάλ Βερολίνου, όπου ο «Θαυματοποιός» έκανε την παρθενική προβολή του. Τυχαία, η Σοφί παρακολούθησε τη δημιουργία του «Τρίο της Μπελβίλ», της άρεσε η ατμόσφαιρα και πρότεινε στον Σομέ τη μεταφορά του «Θαυματοποιού» σε κινούμενο σχέδιο. «Σε καμία περίπτωση η Σοφί δεν ήθελα να δει κάποιον άλλον ηθοποιό να υποδύεται τον πατέρα της, επομένως το κινούμενο σχέδιο ήταν μια καλή λύση» μας είπε ο σκηνοθέτης. Δυστυχώς, η Σοφί Τατί δεν έζησε για να δει την ταινία ολοκληρωμένη.

ΓΙΑΝΝΗΣ ΖΟΥΜΠΟΥΛΑΚΗΣ - ΤΟ ΒΗΜΑ
Τρίτη 21 Δεκεμβρίου 2010

Τρίτη 21 Δεκεμβρίου 2010

Ο ΘΑΥΜΑΤΟΠΟΙΟΣ

Στους κινηματογράφους από 23 Δεκεμβρίου

Υποψήφιο για Χρυσή Σφαίρα Καλύτερου Αnimation
(Η τελετή θα γίνει στις 16 Ιανουαρίου 2011)


Σύνοψη:

Ο «Illusionist» είναι ένας καλλιτέχνης και διασκεδαστής της σκηνής του οποίου όμως η τέχνη πεθαίνει. Οι ροκ σταρ κλέβουν την λάμψη του κι εκείνος είναι αναγκασμένος να αποδέχεται όλο και πιο αόριστες συμφωνίες με θέατρα, καφετέριες, μπαρ και πάρκα. Ωστόσο, όταν είχε επισκεφθεί μία πάμπ σε ένα χωριό της δυτικής ακτής της Σκοτίας συνάντησε την Αλίκη, ένα αθώο κορίτσι, που θα αλλάξει τη ζωή του για πάντα.

Καθώς παρουσιάζει την παράστασή του στους ενθουσιασμένους και κατάπληκτους κατοίκους του χωριού που γιορτάζουν την άφιξη του ηλεκτρισμού στο απομακρυσμένο τους νησί, η Αλίκη «μαγεύτηκε» και πείστηκε ότι τα κόλπα του ήταν πραγματική μαγεία.



Τον ακολούθησε στο Εδιμβούργο και εκεί του κρατούσε το σπίτι ενώ εκείνος ήταν στη δουλειά, σε ένα μικρό συνοικιακό θέατρο. Γοητευμένος από τον ενθουσιασμό της, την ανταμείβει με όλο και περισσότερα δώρα τα οποία «προέκυψαν» από τις ταχυδακτυλουργίες του. Δεν μπορεί να της αποκαλύψει ότι η μαγεία του δεν υπάρχει και απεγνωσμένος για να μην την απογοητεύσει, της αγοράζει αυτά τα «δώρα» με κίνδυνο να χρεοκοπήσει για τα καλά.

Καθώς η Αλίκη μεγαλώνει, φτάνει η στιγμή που ερωτεύεται και φεύγει. Τότε ο «Illusionist» δεν υποχρεούται πια να υποκρίνεται ότι είναι μεγάλος μάγος, και αποδεσμευμένος από την ίδια του την πλεκτάνη ξαναρχίζει τη ζωή του, ως πιο σοφός πια άνδρας.



Για την ταινία: Ο Sylvain Chomet μετά το «Τρίο της Μπελβίλ» επιστρέφει με μία ιστορία που βασίστηκε σε ανέκδοτο σενάριο του Γάλλου μίμου, ηθοποιού και σκηνοθέτη Jacques Tati και αναφέρεται στην σχέση του ίδιου του Tati και της μεγαλύτερης κόρης του.
Όταν ανακοινώθηκε η ταινία ανάμεσα στις υποψηφιότητες Καλύτερου
Animation ο σκηνοθέτης της ταινίας είπε: «"Είναι συγκινητική και συγχρόνως τιμητική μία υποψηφιότητα για Χρυσή Σφαίρα. Προφανώς και είμαι ενθουσιασμένος που ο Θαυματοποιός αναγνωρίζεται σε επίσημες διοργανώσεις παγκοσμίου επιπέδου -αλλά περισσότερο απ' αυτό– είμαι βαθιά συγκινημένος από το πως ο κόσμος βάζει αυτή την υπέροχη ταινία στην καρδιά του»



Μια ταινία της: VIDEORAMA FILMS
Διανομή: NUTOPIA ENTERTAINMENT

Τρίτη 7 Δεκεμβρίου 2010

«Εχω κυνηγήσει πολλούς για αυτόγραφο»

Στον «Αντίχριστο» μας σόκαρε. Στο «Δέντρο που ψιθύριζε» η Σαρλότ Γκενσμπούργκ ταξιδεύει στην Αυστραλία και υποδύεται μια στοργική μητέρα.

Μόλις πριν από ένα χρόνο η Σαρλότ Γκενσμπούργκ προκαλούσε το κοινό του Φεστιβάλ των Κανών στο ρόλο μιας υστερικής γυναίκας που παρανοεί ύστερα από το θάνατο του μικρού της γιου, και φτάνει στο σημείο να κόψει την κλειτορίδα της.

Ηταν φυσικά στον αμφιλεγόμενο «Αντίχριστο» , που προκάλεσε, όπως κάθε ταινία του Λαρς Φον Τρίερ, μίση και πάθη. Ξεχάστε όμως, την υστερία, που της χάρισε μάλιστα βραβείο ερμηνείας πέρυσι στο Φεστιβάλ. Τώρα θα τη δούμε σε ένα εντελώς διαφορετικό κινηματογραφικό προφίλ, ως μια τρυφερή και στοργική μητέρα τεσσάρων παιδιών στο «Δέντρο που ψιθύριζε» της Τζούλι Μπερτουτσέλι, που προβάλλεται αύριο και την Τετάρτη στο Φεστιβάλ Κινηματογράφου Θεσσαλονίκης, στο τμήμα «Ανοιχτοί Ορίζοντες». Στις αίθουσες θα βγει στις 9 Δεκεμβρίου από την «Nutopia». Στην ταινία, που έχει γυριστεί στην Αυστραλία, «πρωταγωνιστεί» κι ένα τεράστιο δέντρο, που τα κλαδιά του απλώνονται μέχρι τον ουρανό. Με αυτό αναπτύσσει η οικογένεια μια περίεργη μεταφυσική σχέση, όταν ο πατέρας πεθαίνει από καρδιακή προσβολή. Η μικρή κόρη μάλιστα, μιλώντας στις ρίζες του δέντρου, νομίζει ότι επικοινωνεί με τον πατέρα της. Ο ρόλος της στον «Αντίχριστο» είναι φυσικά που θα έκανε περήφανο τον προβοκάτορα πατέρα της, Σερζ Γκενσμπούργκ. Συναντήσαμε την Σαρλότ Γκενσμπούργκ, που θυμίζει κάτι από την επίσης γοητευτικά άσχημη Πάτι Σμιθ, στο τελευταίο Φεστιβάλ των Κανών, και μας μίλησε για τη νέα της ταινία αλλά και για τον Λαρς Φον Τρίερ.

-Πώς σας φάνηκε αρχικά η ιδέα να πάτε στην Αυστραλία να γυρίσετε ταινία; Η απόσταση δεν σας αποθάρρυνε;
«Να σας πω την αλήθεια, όταν δέχτηκα, νόμισα ότι θα προσποιούμαστε ότι είμαστε στην Αυστραλία! Μόνο όταν βρέθηκα εκεί, κατάλαβα γιατί το μέρος ήταν τόσο σημαντικό για την ταινία. Είδα το δέντρο μπροστά μου και συνειδητοποίησα ότι το "Tree" δεν θα μπορούσε να γίνει αλλού. Ημασταν ελάχιστοι Γάλλοι. Ολο το συνεργείο ήταν Αυστραλοί. Μπήκαμε εντελώς στον κόσμο τους. Ολη η εμπειρία ήταν σαν μια παρένθεση για εμένα. Βρισκόμουν στην άλλη άκρη του κόσμου, σε απομόνωση. Δεν μπορούσα καν να τηλεφωνήσω σε φίλους μου στη Γαλλία, λόγω της διαφοράς ώρας. Είχα το μυαλό μου μόνο στην ταινία, παρόλο που είχα αφήσει πίσω τον δίσκο μου. Ούτως ή άλλως, δεν είμαι από τους ανθρώπους που μπορούν να κάνουν πολλά πράγματα ταυτόχρονα».

-Ησασταν, δηλαδή, λίγο εκτός... κόσμου;
«Εντελώς. Δεν είχα νιώσει ποτέ πριν τη δύναμη της φύσης. Πήγαμε στη ζούγκλα, σε άγρια μέρη. Στην Αυστραλία όλα είναι έντονα: Η βροχή γίνεται καταιγίδα. Φοβόμουν τόσο πολύ τα φίδια. Και οι νυχτερίδες ήταν τρομακτικές. Ηξερες, επίσης, ότι μπορούσες να πεθάνεις από το τσίμπημα ενός μικροσκοπικού εντόμου. Ολα αυτά σε τρομοκρατούν».

-Εμπειρία με δέντρο είχατε πάντως πρόσφατη, στον «Αντίχριστο» του Λαρς Φον Τρίερ στη φοβερή σκηνή όπου κάνετε έρωτα με τον Γουίλιαμ Νταφόε...
«Και έλεγα πότε θα το αναφέρετε! Τελικά, κάτι τρέχει με εμένα και τα δέντρα. Για μένα οι δύο ταινίες συνδέονται στον πυρήνα τους: Η φύση, η απώλεια, ο θάνατος. Είναι περίεργο γιατί είναι τόσο διαφορετικές μεταξύ τους. Η μητέρα που υποδύομαι στο "Δέντρο που ψιθύριζε" δεν έχει καμία σχέση με αυτή στον "Αντίχριστο". Εκεί πέρασα άλλο μεγάλο πόνο. Κάποιος με ρώτησε αν τελικά αυτές οι δύο ταινίες με έκαναν να σκέφτομαι περισσότερο τον θάνατο. Να σας πω την αλήθεια, δεν έχω κάτσει να αναλύσω τι σημαίνουν οι επιλογές ρόλων που κάνω. Και μάλλον δεν θα το κάνω».

-Οταν ο Τρίερ σάς πρότεινε πάλι να συνεργαστείτε για τη νέα του ταινία «Melancholia», τι σκεφτήκατε;
«Ενθουσιάστηκα. Αλλη μία εμπειρία με τον Λαρς... Δεν ζήτησα καν να διαβάσω το σενάριο».

-Ριψοκίνδυνο αυτό. Ποιος ξέρει τι θα περάσετε πάλι...
«Να σας πω την αλήθεια, έχω έναν φόβο. Το ότι είπα "ναι" δεν σημαίνει ότι είμαι εντελώς χαλαρή και ότι όλα θα είναι εύκολα. Εχω πολύ άγχος. Αλλά του έχω απόλυτη εμπιστοσύνη. Στον "Αντίχριστο", όταν είχαμε μια δύσκολη σκηνή, ακουμπούσε το χέρι του στον ώμο μου. Αυτό με καθησύχαζε πολύ. Η καινούρια ταινία, όμως, θα είναι τόσο διαφορετική. Θα έχει πολλούς ηθοποιούς. Επειδή λάτρεψα τη σχέση που είχα μαζί του, ίσως να είναι απαίσια αυτή τη φορά».

-Στο «Δέντρο που ψιθύριζε» δεν σας δυσκόλεψαν τα γυρίσματα με παιδιά;
«Δεν ήταν εύκολα. Οταν ένα παιδί δεν έχει όρεξη να κάνει γύρισμα, δεν μπορείς να κάνεις τίποτα. Από την άλλη, ήταν και γοητευτικό. Γιατί στα γυρίσματα με παιδιά δεν μπορείς να αποφύγεις τον αυτοσχεδιασμό. Αλλά πρέπει να σας πω ότι είχα πάρει στην Αυστραλία και τα δυο μου παιδιά. Και η Τζούλι τα δικά της. Υπήρχαν δάσκαλοι για να τους κάνουν μαθήματα. Συνήθως όταν παίρνεις τα παιδιά σου στη δουλειά πρέπει να κάνουν ησυχία. Εδώ δεν ίσχυε αυτό. Πάντως, το κλίμα δεν σήκωνε και πολύ τους άντρες! Η ταινία ήταν γυναικεία υπόθεση».

-Νιώσατε διαφορετικά που σας σκηνοθετούσε μια γυναίκα;
«Εντελώς. Αλλά νιώθω περίεργα να το συζητάω. Γιατί αν ήταν ακόμα ένας άντρας σκηνοθέτης, δεν θα το κάναμε θέμα».

-Στην ταινία η οικογένειά σας βρίσκει παρηγοριά για τον θάνατο σε ένα δέντρο. Εσάς τι σας παρηγορεί στην πραγματική σας ζωή;
«Σίγουρα όχι η φύση. Η οικογένεια μου, οι δικοί μου άνθρωποι. Αλλά ισχυρή επίδραση πάνω μου έχουν τα σπίτια με αναμνήσεις. Τα νιώθω ως καταφύγια. Στο σπίτι του πατέρα μου νιώθω έτσι».

-Στην καριέρα σας αλλά και στη ζωή σας, ως παιδί διάσημων καλλιτεχνών, έχετε γνωρίσει πολλούς σταρ και ενδιαφέροντες ανθρώπους. Σας έχει τύχει να κυνηγήσετε κάποιον για αυτόγραφο ή να νιώσετε φαν κάποιου καλλιτέχνη;
«Μα φυσικά. Αλλά είναι τόσο ντροπιαστικό να ομολογείς τέτοια πράγματα. Τα τελευταία χρόνια είμαι μεγάλη φαν του Τομ Γιορκ των Radiohead. Τον γνώρισα κιόλας».

-Θα του ζητούσατε να σας κάνει την παραγωγή σε επόμενο δίσκο;
«Με τίποτα. Ντρέπομαι πολύ. Υπήρξα τυχερή»

-Και με τους ρόλους, είστε το ίδιο παθητική; Περιμένετε, δηλαδή, να χτυπήσει το τηλέφωνό σας ή παίρνετε και πρωτοβουλίες;
«Να σας πω την αλήθεια, δεν έχω καταλάβει πώς λειτουργώ. Εχω υπάρξει τυχερή έως τώρα. Επεσαν στα χέρια μου ωραία σενάρια, συνάντησα σκηνοθέτες με τους οποίους ήθελα να συνεργαστώ. Νιώθω ότι τους σκηνοθέτες που θαυμάζω, τους θαυμάζουν κι άλλοι. Οπότε δεν έχει νόημα να τους χτυπήσω την πόρτα και να ζητήσω να με... προσλάβουν. Το είχα κάνει, βέβαια, κάποτε στον Μορίς Πιαλά. Αλλά ήμουν μεγάλη για τον ρόλο. Ξέρετε όμως, δεν είμαι τόσο μέσα στο κύκλωμα των σκηνοθετών και των ηθοποιών. Ζω μια ήρεμη ζωή στο Παρίσι, σε έναν στενό και προσωπικό κόσμο».

-Πώς νιώσατε όταν βγήκε στη Γαλλία η ταινία του Ζοάν Σφαρ για τον πατέρα σας;
«Δεν την έχω δει και δεν πρόκειται να το κάνω. Δεν είμαι θυμωμένη. Απλώς δεν θέλω».

-Ναι, αλλά αρχικά υποτίθεται συζητούσατε με τον σκηνοθέτη να υποδυθείτε εσείς τον πατέρα σας. Τι άλλαξε μετά;
«Αλήθεια είναι αυτό. Γνωριστήκαμε με τον Ζοάν και κάναμε κάποιες κουβέντες. Στην πορεία συνειδητοποίησα ότι δεν ήθελα με κανένα τρόπο να μπλεχτώ στην ταινία. Δεν με πειράζει που έγινε. Είμαι σίγουρη ότι οι ηθοποιοί είναι καλοί. Η ταινία συνέπεσε με την κυκλοφορία του δίσκου μου και όλοι οι δημοσιογράφοι με ρωτούσαν για τον πατέρα μου. Δεν ήταν εύκολο».*

ΠΗΓΗ: Επτά, Κυριακή 5 Δεκεμβρίου 2010

Τετάρτη 22 Σεπτεμβρίου 2010

«ΤΟ ΚΑΤΑΦΥΓΙΟ»


Καταφύγιό μας οι άνθρωποι

Η ζωή μπορεί να είναι όμορφη αλλά δεν είναι καθόλου εύκολη. Το κακό καραδοκεί και τότε όλα γίνονται ρημαδιό και μόνη μας παρηγοριά είναι οι άνθρωποι, ένα βλέμμα, ένα άγγιγμα του χεριού, μια αγκαλιά. Ο Φρανσουά Οζόν με τη νέα του ταινία «Το καταφύγιο», ένα κοινωνικό δράμα με ψυχολογικές προεκτάσεις, θέτει το ζήτημα επί τάπητος. Όταν αντιμετωπίζεις την απομόνωση, την κοινωνική κατακραυγή, το θάνατο, ο δρόμος που θα σε βγάλει από το λαβύρινθο είναι οι άνθρωποι.

Η ιστορία ξεκινά με το Λουίς και τη Μουσέ, ένα νεαρό ζευγάρι ηρωινομανών με τον Λουίς να πεθαίνει από υπερβολική δόση και τη Μουσέ να πέφτει σε κώμα και να γλυτώνει. Κατά τη διάρκεια της νοσηλείας της μαθαίνει από το γιατρό πως είναι έγκυος. Η κοπέλα αποφασίζει να κρατήσει το παιδί και απομονώνεται σε ένα σπίτι στην εξοχή. Εκεί την επισκέπτεται ο ομοφυλόφιλος αδελφός του Λουίς, ο Πολ. Και ενώ αρχικά η απομόνωση στην εξοχή μοιάζει να είναι το καταφύγιο για τη Μουσέ, στην πορεία αναδεικνύεται η δύναμη της ανθρώπινης επαφής και της επικοινωνίας. Οι δυο νέοι γίνονται το καταφύγιο του ενός για τον άλλον, ο Πολ μέσω της Μουσέ γνωρίζει τον αδελφό του όπως δεν τον γνώρισε ποτέ, η Μουσέ μέσω του Πολ μπαίνει μέσα στην οικογένεια του Λουίς.. Ο Οζόν σκηνοθετεί μια ωρολογιακή βόμβα, όπως είναι τα ανθρώπινα συναισθήματα. Η ένταση υπάρχει αλλά ποτέ δεν εμφανίζεται με τη μορφή έκρηξης, οι απαντήσεις δίδονται αργά και βασανιστικά. Τίποτε δεν είναι εύκολο και προφανές στην ταινία, πίσω από τις εικόνες καραδοκούν διάφορα ερωτήματα και σκέψεις περί ηθικής και περί συναισθημάτων. Ο σκηνοθέτης επιχειρεί μια βαθιά εξερεύνηση των δύο χαρακτήρων, απογυμνώνει τη Μουσέ και τον Πολ από το ένδυμα της καθημερινότητας και τους επανεμφανίζει δυνατούς και καθάριους, χωρίς φόβο να κοιταχτούν στα μάτια και να δείξουν τι ακριβώς είναι. Και όχι μόνον ο ένας στον άλλον αλλά ακόμη και στους ίδιους τους εαυτούς τους, αφού συχνά ο εαυτός είναι εκείνος από τον οποίο κρυβόμαστε. Το παιδί που περιμένει η Μουσέ είναι και για τους δύο το κοινό τους σημείο. Για την κοπέλα ο αγαπημένος της για τον Πολ ο αδελφός του. Γιατί κανένας θάνατος δεν μπορεί να σταματήσει τη ζωή και την ελπίδα, γιατί κάθε πρωί ξεκινά μια καινούργια μέρα.

Ο Φρανσουά Οζόν ξεδιπλώνει την ιστορία του χωρίς βιασύνη. Και μέσα από την αφήγηση αφουγκράζεται την ανθρώπινη ανάγκη, τον πόνο της απώλειας, το δράμα της κοινωνικής απομόνωσης, το αδιαμφισβήτητο της συνύπαρξης των ανθρώπων και τέλος, το δικαίωμα στη διαφορετικότητα. Δεν καταφεύγει στην ευκολία της καταγγελίας και του διδακτισμού, αλλά δίνει στους χαρακτήρες του τις πραγματικές τους διαστάσεις, διαστάσεις ανθρώπινες που ξεπερνούν τα όποια πάθη. Με το βάρος να πέφτει στην ψυχολογική εξερεύνηση και το πλησίασμα των δύο πρωταγωνιστών, ο Οζόν επιλέγει μια λιτή και σχετικά ελεύθερη σκηνοθεσία. Οι διάλογοι είναι μεστοί και αποφεύγουν τη φλυαρία που συναντάμε συχνά σε γαλλικές ταινίες. Θαυμάσια σπουδή επάνω στους χαρακτήρες, ψυχολογικό βάθος, εικόνες που μιλούν και δημιουργούν την ένταση του απροσδόκητου. Διαφωνεί κανείς πως ζούμε καθημερινά το απροσδόκητο; Όχι μόνο στην καθημερινότητα της ζωής μας αλλά και στις σχέσεις μας με τους ανθρώπους. Με αυτούς που βρισκόμαστε κοντά και τολμάμε να τους πλησιάσουμε περισσότερο. Τότε ανακαλύπτουμε πως τίποτε δεν είναι όπως φαίνεται, πως μπορεί να βρεθούμε μπροστά σε εκπλήξεις, δυσάρεστες ή ευχάριστες δεν έχει σημασία, αλλά οπωσδήποτε εκπλήξεις. Και αξίζει να το κάνουμε γιατί μόνον έτσι μπορούμε να γνωρίσουμε τους άλλους, να τους εκτιμήσουμε ή να τους απορρίψουμε. Αυτό έκαναν η Μουσέ και ο Πολ, αφέθηκαν και αφού ανακάλυψαν το καταφύγιό τους, βγήκαν πιο δυνατοί, πιο ώριμοι, πιο σοφοί.

Στους κινηματογράφους από 23 Σεπτεμβρίου:
ΕΛΛΗ: Ακαδημίας 64, Ώρες προβολών: 18.30 - 20.30 - 22.30.
ΤΡΙΑΝΟΝ: Κοδριγκτώνος 21, Ώρες προβολών: 19.00 - 20.45 - 22.30



ΠΗΓΗ: kersanidis.wordpress.com (Στράτος Κερσανίδης)

Δευτέρα 20 Σεπτεμβρίου 2010

«On the road» για το σινεμά

Το ευαγγέλιο της μπίτνικ γενιάς, το βιβλίο του Τζακ Κέρουακ «Στον δρόμο», γυρίζεται ταινία με σκηνοθέτη τον Βάλτερ Σάλες, γνωστό από τα «Ημερολόγια Μοτοσικλέτας», και παραγωγό τον Φράνσις Φορντ Κόπολα.



Βρήκε τον δρόμο του για τη μεγάλη οθόνη το πιο διάσημο ταξίδι χωρίς προορισμό στην αμερικανική ήπειρο. Αυτό που ανακάλυψε τις συντεταγμένες του στην πένα του Τζακ Κέρουακ (1922-1969) και στο βιβλίο «Στον δρόμο» («On the road», 1957) και έγινε ευαγγέλιο όχι μόνο της μπίτνικ γενιάς, αλλά και κάθε οργισμένου νέου, πρόθυμου να ταυτιστεί με τη μυθολογία της λεωφόρου στο πουθενά, που συμβόλισε το πνεύμα ελευθερίας και αντίστασης στον συντηρητισμό της Αμερικής του '50.
Πριν από ένα μήνα ξεκίνησαν στον Καναδά τα γυρίσματα της ταινίας, με παραγωγό τον Φράνσις Φορντ Κόπολα και σκηνοθέτη τον Βραζιλιάνο Βάλτερ Σάλες, ο οποίος έγινε διάσημος χάρη σε ένα άλλο μεγάλο οδοιπορικό που σκηνοθέτησε, αυτό του Τσε Γκεβάρα στη Λατινική Αμερική, στα «Ημερολόγια μοτοσικλέτας». Από την ίδια ταινία φέρνει μαζί του τον σεναριογράφο Χοσέ Ριβέρα και τον συνθέτη Γκουστάβο Σανταολάγια, ο οποίος είχε τότε κερδίσει για το σάουντρακ Οσκαρ. Θα συνεχίσουν γυρίσματα σε Νέα Ορλεάνη, Μεξικό και Σαν Φρανσίσκο.

Κυνηγώντας ένα φάντασμα
Η ιδέα της κινηματογραφικής μεταφοράς του βιβλίου ταλαιπωρεί το μυαλό του 54χρονου Βάλτερ Σάλες εδώ και πέντε χρόνια. Εφτασε στο σημείο να ακολουθήσει τα φαντάσματα του Κέρουακ και του Κάσιντι, κάνοντας ακριβώς την ίδια τροχιά που διέγραψαν στα βάθη της Αμερικής, για να μπει στο πνεύμα του φημισμένου οδοιπορικού. Με ένα μικρό συνεργείο, μια παλιά κάμερα σούπερ 8 και ένα mini-DV, κατέληξε σε ένα δίωρο ντοκιμαντέρ, το «In Search of On the road».


«Είμαι παθιασμένος με το βιβλίο "Στον δρόμο" από τότε που το διάβασα πρώτη φορά, όταν ήμουν 20 χρόνων. Ανέτρεξα σε αυτό πριν ξεκινήσω τα γυρίσματα του "Ημερολογίου μοροσικλέτας". Το ταξίδι του νεαρού Ερνέστο κατέληξε στην παραγωγή μιας πολιτικής επανάστασης. Το βιβλίο "Στον δρόμο" είναι η έκφραση μιας κίνησης που προκάλεσε επανάσταση στη συμπεριφορά», έλεγε ο Βάλτερ Σάλες σε συνέντευξή του, λίγο πριν ξεκινήσει τα γυρίσματα.





Τον ρόλο του νεαρού Νεοϋορκέζου συγγραφέα Σαλ Παραντάιζ -alter ego του Κέρουακ- που ξεκίνησε με οτοστόπ μια διαδρομή αυτογνωσίας μέσα στα αχανή τοπία της Αμερικής, με την τζαζ να δίνει τον ρυθμό μιας μελοποιημένης ποιητικής γραφής, τα ναρκωτικά να ανοίγουν το μυαλό σε παραισθήσεις και τα μεξικανικά πορνεία να προκαλούν τις αισθήσεις, υποδύεται ο Σαμ Ράιλι. Τον γνωρίσαμε από την ταινία «Control» του Αντον Κόρμπιν, όπου υποδύθηκε τον αυτόχειρα Ιαν Κέρτις, ηγέτη των «Joy Division».
Ενας επίσης νέος ηθοποιός, ο Γκάρετ Χέντλαντ -ο οποίος πρωταγωνιστεί στην περιπέτεια φαντασίας «Tron: Legacy», που θα βγει μέσα στη χρονιά- θα είναι ο συνοδοιπόρος του στη χαοτική περιπλάνηση, ο επικίνδυνος πρώην κατάδικος Νταν Μόριαρτι. Ο Κέρουακ εμπνεύστηκε τον χαρακτήρα από τον κολλητό του Νιλ Κάσιντι, στον οποίο χάρισε, μέσα από το βιβλίο, τη φήμη ενός αρχετυπικού Αμερικανού ήρωα.
Τη Μέρι Λου (Λου Αν Χέντερσον, πρώτη γυναίκα του Κάσιντι) θα ενσαρκώσει η Κρίστεν Στιούαρτ, η οποία έγινε διάσημη από το «Λυκόφως» ως θνητή που ερωτεύεται τον πιο σέξι βρικόλακα του Χόλιγουντ, δηλαδή τον Ρόμπερτ Πάτινσον. Θα παίξουν ακόμα ο Βίγκο Μόρτενσεν ως Ολντ Μπουλ Λι (δηλαδή Γουίλιαμ Μπάροουζ), η Κίρστεν Ντανστ ως Καμίλ (Κάρολιν Κάσιντι), ο Τομ Στούριτζ ως Κάρλο Μαρξ (Αλεν Γκίνσμπεργκ) και ο Στιβ Μπουσέμι.

Κινηματογραφικές απόπειρες
Ο Κόπολα είχε αγοράσει τα δικαιώματα του βιβλίου το 1980 έναντι 95.000 δολαρίων. Ο βασικός χρηματοδότης της ταινίας, που έχει μπάτζετ 25 εκατομμύρια δολάρια, είναι η Mk2 του Γαλλορουμάνου κινηματογραφικού μεγιστάνα Μαρίν Καρμίτζ.
Η σχέση του βιβλίου με το σινεμά ξεκινάει ήδη από τότε που κυκλοφόρησε. Το 1957 επρόκειτο να μεταφερθεί στη μεγάλη οθόνη με πρωταγωνιστές τους Μάρλον Μπράντο και Θίοντορ Μπίκελ ως Κάσιντι και Κέρουακ αντίστοιχα. Δεν γυρίστηκε ποτέ. Ούτε σχεδόν μισόν αιώνα αργότερα, το 2001, η παραγωγή που ετοίμαζε επίσης ο Κόπολα, με σκηνοθέτη τον Τζόελ Σουμάχερ. Ωστόσο, ως βιβλίο-αρχέτυπο της ιδέας του road movie, επηρέασε στο μεταξύ πολλές ταινίες που ακολούθησαν το είδος, όπως «Ο ξέγνοιαστος καβαλάρης» του Ντένις Χόπερ, «Παρίσι-Τέξας» του Βιμ Βέντερς, «Θέλμα και Λουίζ» του Ρίντλεϊ Σκοτ.

Σχεδόν 60 χρόνια πριν...
Το θρυλικό πλέον «Στον δρόμο» ήταν προϊόν ενός συγγραφικού παροξυσμού του Κέρουακ, που κράτησε μόνο τρεις βδομάδες μέσα στο 1951.
Γραμμένο σε ένα ρολό χαρτί, είχε τόση μεγάλη επιτυχία όταν κυκλοφόρησε, το 1957, ώστε μέσα σε ένα μήνα έγιναν τρεις επανεκδόσεις. Αναπόφευκτο για ένα βιβλίο που χαιρετίστηκε όχι μόνο ως πεμπτουσία της σκέψης της μπίτνικ γενιάς, αλλά και ως πολιτιστικό γεγονός. Η δική του φιλοδοξία ήταν να θεωρείται «ένας τζαζ ποιητής που παίζει ένα ατέλειωτο μπλουζ σε ένα κυριακάτικο απογευματινό jam session».
Ο Κέρουακ έλεγε ότι τις μέρες που έγραφε το βιβλίο κατανάλωνε μόνο τόνους καφέ. Ο θάνατος, πάντως, τον βρήκε νωρίς, στα 47 χρόνια του, από κίρρωση του ήπατος που του προκάλεσε η κατάχρηση αλκοόλ. Για τον αγαπημένο του φίλο, ο Αλεν Γκίνσμπεργκ έλεγε: «Ο Τζακ έγραφε από το βασίλειο της συνείδησης, εκεί όπου η συνείδηση είναι αυθόρμητη, εκεί όπου βασιλεύουν μόνο οι ήχοι».

ΠΗΓΗ: Ελευθεροτυπία, Σάββατο 18 Σεπτεμβρίου 2010
Της ΧΡΥΣΟΥΛΑΣ ΠΑΠΑΪΩΑΝΝΟΥ

Δευτέρα 30 Αυγούστου 2010

Όσκαρ στον Γκοντάρ!


Κάποια έκλαμψη έπαθε η Ακαδημία Κινηματογραφικών Τεχνών και Επιστημών, ή εμείς τη θεωρούμε άδικα συντηρητική;


Ανακοινώθηκε, πάντως, χθες, ότι ένα από τα τιμητικά Οσκαρ, που από πέρυσι αφαιρέθηκαν από την τελετή απονομής των βραβείων και μετακινήθηκαν λίγους μήνες πριν (Νοέμβριο) σε σεμνή, σχεδόν ιδιωτική εκδήλωση, θα απονεμηθεί στον Γάλλο επαναστάτη του σινεμά Ζαν Λικ Γκοντάρ. Θα πάει, άραγε, να το πάρει, αυτός που φέτος γύρισε την πλάτη του στις Κάνες; Παρέα θα του κάνουν ακόμη δύο, αλλά αμερικανικές προσωπικότητες. Ο Φράνσις Φορντ Κόπολα θα πάρει το βραβείο Ιρβινγκ Θάλμπεργκ για τη «συνεισφορά του στην παραγωγή» με την εταιρεία του Zoetrope. Ενώ θα τιμηθεί και στα 94 χρόνια του ο παλαίμαχος και τόσο δημοφιλής ηθοποιός Ελάι Γουάλας, που φέτος εμφανίζεται στο σίκουελ του Ολιβερ Στόουν για το «Wall Street».

ΠΗΓΗ: Ελευθεροτυπία, Παρασκευή 27 Αυγούστου 2010 (Β. ΓΕΩΡΓ. )

Δευτέρα 16 Αυγούστου 2010

Τραγικός έρωτας στη Γιάφα

Με τον τραγικό έρωτα ανάμεσα σ' έναν Αραβα και μια Ισραηλινή καταπιάνεται η ταινία «Jaffa» του Κέρεν Γενταγιά, που πρωτοπαρουσιάστηκε εκτός συναγωνισμού στο περσινό Φεστιβάλ των Κανών, ενώ τώρα προβάλλεται και στις ελληνικές αίθουσες, αυτές τις μέρες.


Δεν είναι η πρώτη φορά που ο κινηματογράφος παρουσιάζει τις τεταμένες σχέσεις ανάμεσα σε Παλαιστίνιους και Ισραηλινούς. Φτάνει να θυμηθούμε την πρόσφατη «Ατζάμι» των Σκάνταρ Κόπτι και Γιάρον Σάρι, με τις διάφορες ιστορίες που εκτυλίσσονταν σε μια πολυφυλετική γειτονιά του Τελ Αβίβ. Ακόμη, την παλιότερη «Η λεμονιά» του Εράν Ρικλίς, γύρω από μια χήρα Παλαιστίνια που αγωνίζεται να σώσει τον κήπο με τις λεμονιές της, στη Δυτική Οχθη, από τα κατακτητικά σχέδια του ισραηλινού υπουργού Αμυνας. Κι επίσης, την αμερικανική, απολαυστική κωμωδία «Ζόχαν, ένας πράκτορας υψηλής κομμωτικής» του Ντένις Ντάγκαν, όπου οι σχέσεις ανάμεσα σε Παλαιστίνιους και Ισραηλινούς εξομαλύνονταν όταν δυο αντίπαλες ομάδες μετανάστευαν στην Αμερική.

Η «Jaffa», η ιστορία αυτή των σύγχρονων Ρωμαίου και Ιουλιέτας, εκτυλίσσεται στην παραλιακή πόλη της Γιάφας. Η νεαρή Ισραηλινή Μάλι είναι έγκυος κι ετοιμάζεται να κλεφτεί με το νεαρό άραβα μηχανικό Τοφίκ, που εργάζεται, μαζί με τον πατέρα του, στο γκαράζ της οικογένειάς της. Εκεί εργάζεται και ο αδερφός της, ο Μεΐρ, ένας κακομαθημένος, αχαΐρευτος νέος, που η αδιαφορία και η τεμπελιά του τον φέρνουν συνεχώς σε σύγκρουση με τον πατέρα του και τη μητέρα του. Τη μέρα που το νεαρό ζευγάρι ετοιμάζεται να κλεφτεί και να ταξιδέψει στην Κύπρο για να παντρευτεί, ο Μεΐρ, που το προηγούμενο βράδυ, μεθυσμένος, είχε κοιμηθεί στο γκαράζ, προσβάλλει τον Τοφίκ κι ακολουθεί ένας καβγάς με τραγική κατάληξη, που ανατρέπει τα σχέδια του ζευγαριού.

Ο σκηνοθέτης και συν-σεναριογράφος (μαζί με τον Ιλα Μπεν Πόρατ) Κέρεν Γενταγιά, που το 2004, στις Κάνες είχε κερδίσει πέντε βραβεία (ανάμεσά τους και τη Χρυσή Κάμερα και το βραβείο της Εβδομάδας της Κριτικής), για την ταινία του «Or», αντιμετωπίζει την ιστορία του με ένα στιλ καθαρά ρεαλιστικό, δημιουργώντας την αίσθηση ότι παρακολουθείς την καθημερινή ζωή και τα προβλήματα των πρωταγωνιστών του από δίπλα, με κάποια «κρυφή κάμερα».

Με κριτική ματιά

Με λιτότητα, από την οποία δεν λείπει η κριτική συχνά ματιά, ο σκηνοθέτης καταγράφει τις διάφορες καταστάσεις και τη συμπεριφορά των προσώπων του, δημιουργώντας πέρα για πέρα πειστικές σκηνές. Από τις σχέσεις ανάμεσα στο νεαρό ζευγάρι, τις φιλικές σχέσεις ανάμεσα στον Τοφίκ και τον πατέρα της Μάλι (αντίθετα με τις εχθρικές τάσεις του Μεΐρ προς τον Τοφίκ) και τις σχέσεις της Μάλι με την οικογένειά της (που συχνά δείχνει να την παραμερίζει και να την έχει σε υποδεέστερη με τον αδερφό της θέση).

Οπως και με τον έμμεσο, αλλά ξεκάθαρα κριτικό τρόπο που καταγράφει τη στάση του ισραηλινού κράτους προς τον Τοφίκ, στάση γενικότερη προς τους Αραβες που ζουν στο Ισαρήλ, που αντιμετωπίζονται ως πολίτες β' κατηγορίας. Ιδιαίτερα, μετά το συγκλονιτικό επεισόδιο, όταν ο Τοφίκ συλλαμβάνεται και καταδικάζεται σε υπερβολικά πολυετή φυλάκιση για ένα τραγικό μεν ατύχημα, που όμως δεν ήταν πρόθεση φόνου. Μια ειλικρινής, συγκινητική, ταυτόχρονα τολμηρή ταινία.

Πέμπτη 29 Ιουλίου 2010

Ζαν Ρενό, ο καλύτερος γάλλος «σκληρός».


Χωρίς αυτόν nothing at all. Ο τύπος είναι σχεδόν µοναδικός. Σε κάθε ταινία που παίζει made in France, είναι φτιαγµένη πάνω στον Ζαν Ρενό! Παράδειγµα; «22 σφαίρες» µε αυθεντικό τίτλο «L' Ιmmortel». Ο αθάνατος. Ετσι ακριβώς.

Γάλλος είπατε; Πλάνη. Από την Καζαµπλάνκα και το Μαρόκο ο «αθάνατος». Ο Ζιντάν, ο καλύτερος ever ποδοσφαιριστής της Γαλλίας, από την Αλγερία. Ο Ρενό, ο καλύτερος tough guy της Γαλλίας, από το Μαρόκο. Οι έσχατοι έσονται πρώτοι. Για να καταλάβετε περί τίνος θηρίου πρόκειται, ένα θα σας πω: µόλις ο Λικ Μπεσόν τον τοποθέτησε στο καστ του «Απέραντου γαλάζιου» («Le Grand Βlue») το 1988, αµέσως ο παίδαρος εκτοξεύθηκε ακόµα και στον κινηµατογράφο τον αµερικανικό. Μέσα και στο «Μission Ιmpossible» του Μπράιαν ντε Πάλµα το 1996. Μέσα και στον Κing Size «Γκοτζίλα» του Ρόλαντ Εµεριχ. Μέσα και στο «Ronin», δίπλα στον Ρόµπερτ ντε Νίρο. Μέσα στον «Κώδικα Ντα Βίντσι». Μέσα παντού. Ακόµα και στη ροµαντική κοµεντί «Τhe french kiss» µε τη Μεγκ Ράιαν έχει παίξει.

Ο ρόλος του σ' αυτό το κάπως παλιοµοδίτικο γκανγκστερικό, είναι εντελώς κλασικός. Ενας ex γκάνγκστερ µε κώδικα Ηθικής που απαγορεύει τα ναρκωτικά και τις δολοφονίες παιδιών και γυναικών, αρπάζει τα κουµπούρια του και αρχίζει να κάνει κοµµάτια έναν έναν µιας αδυσώπητης µαφίας που έχει αρχηγό κάποιον παλιό δικό του κολλητό. Κill them all. Οταν απάγουν τα παιδιά του, ε, τότε ξεφεύγει από κάθε έλεγχο και ορµάει σαν µουρλός. Προσέξτε όµως. Ουδεµία σχέση µε τις συνήθεις χολιγουντιανές παραγωγές. Ολα σκηνοθετηµένα σαν τον παλιό καλό καιρό. Οnly for men!

ΔΗΜΗΤΡΗΣ ΔΑΝΙΚΑΣ - ΤΑ ΝΕΑ

Υπό το βλέμμα του προέδρου.

Συνεχίζεται η παρέλαση των ωραίων γυναικών από τις ταινίες του Γούντι Αλεν.

Σειρά παίρνει τώρα η Κάρλα Μπρούνι, η Κάρλα Μπρούνι-Σαρκοζί όπως... τη λένε χαρακτηριστικά τα ξένα ειδησεογραφικά πρακτορεία. Προχθές γύρισε και τις πρώτες της σκηνές στο Παρίσι. Το φιλμ είναι μια ρομαντική κομεντί και θα λέγεται Midnight In Paris. Σε ένα παντοπωλείο έγιναν τα γυρίσματα, παρουσία του ίδιου του προέδρου της Γαλλίας. «Αποτελεί για μένα μεγάλη εμπειρία», δήλωσε η Κάρλα Μπρούνι. Το στόρι αναφέρεται σ' ένα φρεσκοπαντρεμένο ζευγάρι που φτάνει στο Παρίσι και, για κάποιον προφανή λόγο, αναστατώνεται. Συμπρωταγωνιστούν οι Οουεν Γουίλσον, Μαριόν Κοτιγιάρ, Κάθι Μπέιτς και Ράσελ Μακ Ανταμς.

Ο Ρενό και τα κουμπούρια!

Με τις «22 σφαίρες» («L΄immortel», 2009, Γαλλία), ο Ζαν Ρενό (στη φωτογραφία) επιστρέφει, εν μέρει, στον τύπο ήρωα (και ταινίας) που τον έκανε τόσο αγαπητό στη δεκαετία του 1990 με το «Leon». Ο συμπαθής κακοποιός της Μασσαλίας που υποδύεται εδώ προσπαθεί να τηρήσει τους κώδικες τιμής τους οποίους επί χρόνια προασπίζεται, αλλά αυτό ακριβώς αποδεικνύεται η αχίλλειος πτέρνα του. Πέφτει θύμα της καλής πίστης του, ο γιος του απάγεται, ο ίδιος δέχεται 22 σφαίρες αλλά επιζεί και αποφασίζει να εκδικηθεί.

Η ταινία που σκηνοθέτησε ο ηθοποιός/σκηνοθέτης Ρισάρ Μπερί μοιάζει με ανάλαφρο homage στα γαλλικά αστυνομικά φιλμ της δεκαετίας του ΄70, με επικρατούσες τις φιγούρες του Αλέν Ντελόν και του Ζαν Πολ Μπελμοντό. Και όπως συχνά συμβαίνει σε αυτές τις ταινίες, ο «κακός» κλέβει την παράσταση- αυτή τη φορά με το πρόσωπο του Καντ Μαρέντ. Ο κατ΄ εξοχήν κωμικός («Είναι τρελοί αυτοί οι Βόρειοι») παίζει έναν μοχθηρό βαρώνο του εγκλήματος του οποίου η ασθενική φύση προσθέτει το όποιο χιούμορ της ταινίας. Εχει ημικρανίες, αλλεργίες, είναι τραυλός και ασθματικός αλλά και επικίνδυνος σαν δηλητηριώδες φίδι. Και κλέβει την παράσταση.

ΓΙΑΝΝΗΣ ΖΟΥΜΠΟΥΛΑΚΗΣ - ΤΟ ΒΗΜΑ

Τετάρτη 28 Ιουλίου 2010

22 ΣΦΑΙΡΕΣ ΜΕΤΑ ΤΟ ΑΠΕΡΑΝΤΟ ΓΑΛΑΖΙΟ

O Jean Reno και ο Richard Berry μιλούν στον Ορέστη Ανδρεαδάκη για την ταινία "22 ΣΦΑΙΡΕΣ". Από αυτή την Πέμπτη, 29 Ιουλίου στους κινηματογράφους!

Δευτέρα 19 Ιουλίου 2010

22 Σφαίρες



Η νέα ταινία του Ζαν Ρενό από 29 Ιουλίου στους κινηματογράφους

O Charly Mattei, που στο παρελθόν ζούσε στην παρανομία, έχει πια γυρίσει σελίδα. Εδώ και τρία χρόνια περνάει μια ήσυχη ζωή, αφοσιωμένος στη γυναίκα του και τα δύο του παιδιά. Ένα χειμωνιάτικο πρωινό όμως τον βρίσκουν στο πάρκινγκ του παλιού λιμανιού της Μασσαλίας με είκοσι δύο σφαίρες στο σώμα του. Όλοι περίμεναν πως δεν θα τα καταφέρει, όμως αυτός δεν θα πεθάνει… Η έμπνευση για τη μυθοπλασία της ταινίας ήταν κάποια πραγματικά γεγονότα, στην καρδιά της μαφίας της Μασσαλίας.



Μια ταινία της: VIDEORAMA FILMS
Διανομή: NUTOPIA ENTERTAINMENT


O JEAN RENO είναι ο CHARLY MATTEÏ

Η καριέρα του Jean Reno ξεκίνησε από το γαλλικό σινεμά όπου κυρίως συνεργάστηκε με τον Luc Besson («Le grand Bleu»/ «Το Απέραντο Γαλάζιο» (1988), «Nikita» (1990), «Leon» (1994))
Αυτή η συνεργασία του απέδωσε παράλληλα γαλλική αλλά και διεθνή αναγνώριση. Πρωταγωνίστησε σε αμερικανικές παραγωγές όπως το «French Kiss» (1995) με την Meg Ryan και τον Kevin Kline, στο «Mission Impossible» / «Επικίνδυνες Αποστολές» (1996) με τον Tom Cruise, στο «Ronin» / «Ρόνιν» (1998) με τον Robert De Niro, και στο «Godzilla» (1998). Το 2006, είχε έναν από τους πρωταγωνιστικούς ρόλους στον «The Pink Panther» / «Ο Ροζ Πάνθηρας» αλλά και στο σίκουέλ του, 3 χρόνια αργότερα στον ρόλο του Πόντον, τον βοηθό του Επιθεωρητή Κλουζώ, στο πλάι του Steve Martin, ενώ υποδύθηκε και τον Captain Bézu Fachein, στην ταινία του Ron Howard, «The Da Vinci Code»/ «Κώδικας Da Vinci» το 2006.

Παρασκευή 21 Μαΐου 2010

Film Socialisme και ο Γκοντάρ απών


Ο Γκοντάρ είχε καταφέρει να βάλει δυναμίτη στο φεστιβάλ Καννών πριν να σβήσουν καν τα φώτα της αίθουσας για την προβολή του Film Socialisme. Με την, ήδη ιστορική, επιστολή στην οποία ακύρωνε την πολυαναμενόμενη προσέλευσή του σημειώνοντας «για το φεστιβάλ θα πήγαινα ως τον θάνατο, αλλά ούτε ένα βήμα παραπάνω» το πιο ανήσυχο πνεύμα του παγκόσμιου κινηματογράφου στην ουσία διακήρυσσε το εξής: αυτή η ταινία πρέπει (και αξίζει) να ταξιδέψει απροστάτευτη, ακριβώς όπως και οι ήρωές της. Που διασχίζουν τον κόσμο και την Ιστορία του ευρωπαϊκού πολιτισμού πάνω σε ένα κρουαζιερόπλοιο, από την Αίγυπτο μέχρι την Αθήνα και την Βαρκελώνη, από τα σκαλιά της Οδησσού μέχρι το λιμάνι της Νάπολι.Φιλμ που σκέφτεται ακατάπαυστα και τολμάει τα πάντα, το Film Socialisme είναι ίσως η αποθέωση της όψιμης γκονταρικής περιόδου, όπου ταινίες όπως το Eloge de l’amour και το Notre Musique αποτελούσαν ήδη μελαγχολικά κολάζ πάνω στον σύγχρονο πολιτισμό. Ρήσεις του Μπαλζάκ και ελληνικά εμφυλιακά τραγούδια, παιδιά που φέρονται ως στοχαστές και μεγάλοι που ζητάνε μόνο λίγη αγάπη, όλα μπορούν να συνδιαλεχτούν στον επικών διαστάσεων καμβά του Γκοντάρ. Του οποίου το έργο αρχίζει εκεί ακριβώς όπου εξαντλούνται τα όρια της κριτικής. Γι αυτό και, για το γεγονός ότι ένας τέτοιος σκηνοθέτης συνεχίζει να μας δείχνει την κατάσταση των πραγμάτων, χωράει μόνο ευγνωμοσύνη.

Κωνσταντίνος Σαμαράς ΣΙΝΕΜΑ

Jean-Luc Godard: «Το δικαίωμα του δημιουργού; Μα ένας δημιουργός δεν έχει παρά καθήκοντα»

Στη συνέντευξη που παραχώρησε ο Jean-Luc Godard στην ομάδα του Inrocks, ο Γαλλοελβετός δημιουργός μιλά για τη νέα του ταινία "Film Socialiste", την υπόθεση και τη διανομή της, καθώς και για τα πνευματικά δικαιώματα, την τηλεόραση, την Ελβετία και την Ελλάδα.

Παραθέτουμε ορισμένα αποσπάσματα.

Για τον τίτλο της νέας του ταινίας "Filme Socialiste" και την υπόθεσή της
Είχα πάντα μια λίστα με έτοιμους τίτλους, που μου έδειχναν τις ταινίες που θα μπορούσα να γυρίσω. Όταν, βέβαια, ξεκίνησα να γυρίζω την ταινία αυτή, όσο περνούσε ο καιρός, ο τίτλος σταμάτησε να μου αρέσει τόσο πολύ. Η ταινία θα μπορούσε να ονομάζεται «Κομουνισμός» ή «Καπιταλισμός», αντί για «Σοσιαλισμός» όπως είχα αποφασίσει. Αλλά συνέβη τυχαία κάτι διασκεδαστικό: όταν ο φιλόσοφος Jean-Paul Curnier διάβαζε μια μπροσούρα σχετικά με την ταινία, το όνομα της παραγωγής Vega Film προηγούνταν του τίτλου, με αποτέλεσμα να νομίσει ότι ο τίτλος ήταν Film Socialisme. Μου έστειλε, λοιπόν, ένα γράμμα 12 σελίδων λέγοντας μου γιατί του άρεσε ο τίτλος αυτός. Σκέφτηκα ότι θα έχει δίκιο και αποφάσισα να κρατήσω τη λέξη «Film» σαν πρώτη λέξη του τίτλου. Ήταν σαν η λέξη αυτή να αρνούνταν εν μέρη τη λέξη «σοσιαλισμός» του αρχικού τίτλου.
Στην αρχή σκεφτόμουν μια άλλη ιστορία, η οποία θα εκτυλισσόταν στη Σερβία, αλλά η ιστορία δεν προχωρούσε. Είχα, λοιπόν, τότε την ιδέα για μια οικογένεια που ζούσε σε ένα γκαράζ, την οικογένεια Martin. Αλλά αυτό δεν γινόταν σε μια ταινία μεγάλης διάρκειας: θα μετατρεπόταν σε μια απλή ιστορία, με μια μητέρα και τα παιδιά της, μια ταινία σαν αυτές που θα μπορούσε να γυρίσει κανείς και στη Γαλλία, με διαλόγους και διαφορετικές ψυχικές καταστάσεις.
Οι σκηνές διακόπτονται πριν οι πρωταγωνιστές μετατραπούν σε ήρωες ταινίας. Πρόκειται περισσότερο για αγάλματα, τα οποία μιλούν. Κι αν μιλάμε για αγάλματα, τότε σκεφτόμαστε «πρόκειται για άλλες, παλαιότερες εποχές.» Κι αφού λέμε αυτό το «κάποτε», φεύγουμε για ταξίδι, πάμε στη Μεσόγειο. Εξού και η κρουαζιέρα.... πρόκειται για συνειρμούς, όταν λέμε συνειρμοί μπορούμε να πούμε μετά σοσιαλισμός. Κι όταν πούμε σοσιαλισμός, τότε μπορούμε να μιλήσουμε για την πολιτική.

Για το δικαίωμα πνευματικής ιδιοκτησίας
Είμαι κατά του νόμου Hadopi, ασφαλώς. Δεν υπάρχει πνευματική ιδιοκτησία. Είμαι, για παράδειγμα, κατά της έννοιας της κληρονομιάς.
Δεν διατίθεμαι να προβάλλω κάποια αντίρρηση αν κάποιος άλλος καλλιτέχνης πάρει εικόνες από τις ταινίες μου. Εξάλλου οι άνθρωποι το κάνουν αυτό, τις ανεβάζουν στο διαδίκτυο, κι αυτό δεν είναι πάρα πολύ καλό. Αλλά δεν νιώθω ότι παίρνουν κάτι από μένα. Εγώ, προσωπικά, δεν έχω σύνδεση στο διαδίκτυο. Αλλά στην ταινία μου υπάρχουν εικόνες που έρχονται από το διαδίκτυο.
...το δικαίωμα του να παραπέμπεις σε κάτι δεν υπάρχει στον κινηματογράφο, όπως υπάρχει στη λογοτεχνία. Στην επιστήμη κανείς δεν πληρώνει για να χρησιμοποιήσει μια φόρμουλα την οποία έχει αναπτύξει κάποιος συνάδελφός του.Ο κινηματογράφος, όμως, δεν το επιτρέπει αυτό. Το δικαίωμα του δημιουργού, πρόκειται για κάτι πραγματικά αδύνατο. Ο δημιουργός δεν έχει κανένα δικαίωμα, εγώ δεν έχω κανένα δικαίωμα. Έχω μόνο υποχρεώσεις. Επιπλέον, στην ταινία μου δεν υπάρχουν παραπομπές, έχω δανειστεί απλά κάποια κομμάτια.

Για τη διανομή της ταινίας
H ταινία θα διατίθεται δωρεάν στο Internet την ίδια στιγμή που θα προβάλλεται σε σινεμά. Δεν πρόκειται για δική μου ιδέα. Όταν κάναμε τα προσεχώς του φιλμ, δηλαδή στην περίπτωση αυτή όλη την ταινία σε fast-forward, πρότεινα να τα ανεβάσουμε στο Youtube επειδή είναι ένα καλό μέσο για προώθηση ιδεών. Το να ανέβει όλο στο διαδίκτυο ήταν ιδέα της διανομής. Μου έχουν δώσει χρήματα για την ταινία, οπότε κάνω αυτό που μου ζητούν. Εγώ δεν θα το επέλεγα, μας πήρε τέσσερα χρόνια να γυρίσουμε την ταινία.
Εγώ αυτό που θα έκανα θα ήταν να βρω δυο νέους, ένα αγόρι κι ένα κορίτσι, που να έχουν μια κάποια σχέση με το σινεμά, σαν αυτούς που συναντά κανείς στα μικρά φεστιβάλ. Θα τους έδινα μια κόπια DVD της ταινίας και, στη συνέχεια, θα τους ζητούσα να εκπαιδευτούν στην πτώση με αλεξίπτωτο. Έπειτα θα έδειχνα τυχαία στο χάρτη κάποιες περιοχές της Γαλλίας και θα τους έστελνα να πέσουν με αλεξίπτωτο σε αυτές. Στο σημείο που θα προσγειώνονταν, εκεί θα έπρεπε να προβάλλουν την ταινία. Σε ένα καφέ, σε ένα ξενοδοχείο, με το αντίτιμο 3 ή 4 ευρώ, όχι παραπάνω. Θα μπορούσαν να κινηματογραφήσουν την εμπειρία αυτή. Μετά από ένα ή δυο χρόνια, λοιπόν, θα μπορούσαμε να δούμε αν η ταινία μπορεί να προβληθεί στις κανονικές αίθουσες.

Για την τηλεόραση
Στη δεκαετία του 1980 εμφανιζόμουν στην τηλεόραση, αλλά αυτό με κάνει να βαριέμαι αυτή τη στιγμή. Δεν προσπαθώ πια να αλλάξω, να υπονομεύσω, συγκεκριμένες διαδικασίες στην τηλεόραση. Τότε πίστευα πως μπορώ να το κάνω. Δεν πίστευα ότι μπορώ να αλλάξω τα πράγματα όπως είχαν, αλλά να εμπνεύσω τον κόσμο να αλλάξει τη συμπεριφορά του. Υπάρχουν ακόμα, πάντως, ορισμένα στοιχεία που με ενδιαφέρουν στην τηλεόραση: τα ντοκιμαντέρ για τα ζώα, τα ιστορικά κανάλια, αλλά και η σειρά Dr House. Αλλά δεν θα μπορούσα να δω 10 επεισόδια το ένα μετά το άλλο.

Για την Ελβετία
Όσον αφορά την Ελβετία, σκέφτομαι όπως ο Καντάφι της Λιβύης: ένα κομμάτι ανήκει στη Γαλλία, ένα άλλο στη Γερμανία, η ιταλική Ελβετία στην Ιταλία, και, ιδού! Δεν υπάρχει πια Ελβετία.

Για την Ελλάδα
Θα πρέπει να ευχαριστήσουμε την Ελλάδα, είναι στην πραγματικότητα η Δύση αυτή που χρωστά στην Ελλάδα. Η φιλοσοφία, η δημοκρατία, η τραγωδία.... Ξεχνάμε συνεχώς τους δεσμούς μεταξύ τραγωδίας και δημοκρατίας. Χωρίς τον Περικλή δεν θα μπορούσε να υπάρξει ο Σοφοκλής. Και χωρίς τον Περικλή δεν υπάρχει Σοφοκλής. Ο τεχνολογικός κόσμος στον οποίο ζούμε σήμερα χρωστά τα πάντα στην Ελλάδα. Ποιος εφηύρε τη λογική; Ο Αριστοτέλης. Αν ισχύει το Α και το Β, τότε ισχύει το Γ. Λογικό. Οπότε όλος ο κόσμος σήμερα χρωστά χρήματα στην Ελλάδα. Θα μπορούσε να ζητήσει εκατομμύρια δισεκατομμύρια σε πνευματικά δικαιώματα από τον σύγχρονο κόσμο, και θα ήταν λογικό να της τα δώσουμε. Χωρίς καθυστέρηση.Όσον αφορά το χαρακτηρισμό των Ελλήνων ως ψεύτες: Αυτό μου θυμίζει έναν παλιό συλλογισμό που είχα μάθει στο σχολείο. Ο Επαμεινώνδας είναι ψεύτης, όλοι οι Έλληνες είναι ψεύτες, οπότε ο Επαμεινώνδας είναι Έλληνας. Δεν έχουμε προχωρήσει και πολύ από τότε.

ΠΗΓΗ: www.tvxs.gr

Τρίτη 4 Μαΐου 2010

"Οι Ιρανές είναι επιθετικές και δυνατές"

«Η τέχνη δεν μου επιτρέπει μόνο να εκφράζομαι, αλλά και να διατηρώ την πειθαρχία μου στη ζωή. Παραμένει ακόμη ο μοναδικός τρόπος να αντιμετωπίζω τις φοβίες μου και τα τρωτά μου σημεία. Τελικά, η τέχνη μου περιγράφει καλύτερα ποια είμαι από μένα».

Η Σιρίν Νεσάτ, η διάσημη Ιρανή εικαστικός, γεννήθηκε το 1957 στο Καζβίν. Είναι το τέταρτο από τα πέντε παιδιά μιας μεσοαστικής οικογένειας, όχι ιδιαίτερα θρήσκας. Το 1979, όταν ξέσπασε η Ισλαμική Επανάσταση, ήταν 17 χρόνων. Ο γιατρός πατέρας επέμενε να σπουδάσουν όλα του τα παιδιά, «και τα κορίτσια». Ετσι αποφάσισε να τη στείλει στο Λος Αντζελες όπου έμενε η άλλη κόρη. «Τα πρώτα μου χρόνια στην Αμερική ήταν τα σκοτεινότερα της ζωής μου», θυμάται. Αν και δεν ήξερε καλά αγγλικά, κατάφερε να σπουδάσει τέχνη στο Μπέρκλεϊ.

Τη δεκαετία του '80 μετακόμισε στη Νέα Υόρκη, όπου προσπάθησε να βρει την άκρη της καλλιτεχνικής της καριέρας. Τότε ζωγράφιζε. Ακόμη ντρέπεται για εκείνα τα έργα. Γνώρισε τον Κορεάτη Κίονγκ Παρκ, καλλιτέχνη και αρχιτέκτονα, που διατηρούσε έναν αβάν-γκαρντ εκθεσιακό χώρο. Τον ερωτεύτηκε, τον παντρεύτηκε και απέκτησε μαζί του ένα γιο.

Το 1991 επέστρεψε για πρώτη φορά μετά το 1979 στο Ιράν. Η χώρα δεν της θύμιζε τίποτε. «Σαν να χάθηκε το χρώμα. Ξαφνικά όλα ήταν ασπρόμαυρα». Εκανε κι άλλα ταξίδια μέχρι το 1996, οπότε και δεν επέστρεψε ξανά. Η εμπειρία της ήταν τραυματική. Εκανε πολλά χρόνια να συνέλθει. Αλλαξε τελείως η ζωή της. Ασχολήθηκε με τη φωτογραφία και το βίντεο, χώρισε τον άντρα της, μετακόμισε στο Σόχο. Εγινε διάσημη.

Σε λίγες μέρες, στις 18 Μαρτίου, θα την έχουμε ξανά στη χώρα μας. Παρουσιάζει στο Εθνικό Μουσείο Σύγχρονης Τέχνης (κτίριο του Ωδείου Αθηνών) το νέο της έργο «Women without men» (Γυναίκες χωρίς άντρες), που αφηγείται τις ιστορίες πέντε Ιρανών γυναικών και βασίζεται στο ομώνυμο βιβλίο της Σαρνούς Παρσιπούρ. Τα τελευταία χρόνια ασχολείται εντατικά και με τη μεταφορά του στον κινηματογράφο. Η ταινία της, η πρώτη στην καριέρα της, ετοιμάζεται να ντεμπουτάρει σε κάποιο από τα μεγάλα διεθνή κινηματογραφικά φεστιβάλ. «Οποιο με δεχθεί...».

Και η ίδια, όμως, ετοιμάζεται να ντεμπουτάρει στη... Δύση. Σιγά σιγά, όπως μας λέει, θα αρχίσει να ασχολείται και με άλλα θέματα, έξω και πέρα από το Ιράν. Ψήφισε Ομπάμα, πιστεύει πολύ στον νέο πρόεδρο και αισθάνεται περήφανη που οι Αμερικανοί τον έστειλαν στον Λευκό Οίκο. «Τώρα έχουμε μια ευκαιρία για ειρήνη στον κόσμο, ιδιαίτερα στη Μέση Ανατολή».

Από την αρχή της καριέρας της, το 1995, όταν παρουσίασε στη Νέα Υόρκη τη σειρά φωτογραφιών «Γυναίκες του Αλλάχ», δεν πέρασε απαρατήρητη. Οι γυναίκες με τις μαύρες μαντίλες -μεταξύ των οποίων και η ίδια- έχουν γραμμένους πάνω στα χέρια, στα πρόσωπα, ακόμη και στα μάτια τους ερωτικούς στίχους σύγχρονης ιρανικής ποίησης και κρατάνε περίστροφα και καραμπίνες.

Ορισμένοι κριτικοί την επέκριναν πιστεύοντας ότι εξωραΐζει την επανάσταση. Αλλοι, την κατηγόρησαν για έλλειψη θέσης και άποψης. Βιάστηκαν. Απέδειξε στη συνέχεια με το έργο της ότι απλούστατα σιχαίνεται τη «στρατευμένη» τέχνη και επιθυμεί το κοινό να επιλέξει μόνο του τις δικές του ερμηνείες.

«Δεν με ενδιαφέρει να κάνω τέχνη για να προβάλω τις προσωπικές μου πολιτικές απόψεις. Γενικότερα, δεν πιστεύω ότι η τέχνη πρέπει να κρίνει ή να επικυρώνει την πολιτική ατζέντα. Ωστόσο, αισθάνομαι ότι η κριτική, αλλά και ανατρεπτική στάση μου φαίνεται στα έργα από τον τρόπο με τον οποίο επιλέγω να εικονίσω συγκεκριμένα κοινωνικο-πολιτικά και θρησκευτικά ζητήματα. Εξάλλου δεν θέλω το κοινό να φεύγει έχοντας δει ή ακούσει μια βαρύγδουπη πολιτική θέση, αλλά κάτι που στ' αλήθεια άγγιξε τα πιο βαθιά του συναισθήματα. Γιατί τότε η εμπειρία του γίνεται παγκόσμια, άχρονη, φιλοσοφική. Η συναισθηματική ένταση στην τέχνη είναι για μένα σημαντικότερη από οποιοδήποτε ιστορικό ή πολιτιστικό μάθημα», λέει.

Το 1999 με το «Turbulent» απέσπασε το πρώτο βραβείο στην Μπιενάλε της Βενετίας. Αποτελείται από δύο ασπρόμαυρα φιλμ, που προβάλλονται ταυτόχρονα σε αντικριστούς τοίχους. Στο ένα, ένας άνδρας εμφανίζεται πάνω στη σκηνή και λέει ένα παραδοσιακό τραγούδι. Καταχειροκροτείται από το εξ ολοκλήρου ανδρικό ακροατήριο. Οταν τελειώνει, η γυναικεία καλυμμένη φιγούρα στην άλλη ταινία αρχίζει να τραγουδάει υπέροχα σ' ένα άδειο θέατρο. Η Νεσάτ έφτιαξε το έργο όταν άκουσε μια Ιρανή να τραγουδάει δημόσια, κάτι που απαγορεύεται στο Ιράν.

Θυμάται ακόμη την ανταπόκριση του κόσμου. Ε, δεν είναι και λίγο. Σε μια μέρα έγινε διάσημη και περιζήτητη. «Παρ' όλο που και η μουσική και η γλώσσα στο "Turbulent" ήταν ιρανικές, φαίνεται ότι το αποτέλεσμα ξεπέρασε αυτές τις πολιτιστικές ιδιαιτερότητες και το κοινό, ανεξαρτήτως φύλου ή φυλής, κατανόησε και το νόημα, αλλά και τα συναισθήματα πίσω από την εικόνα. Ηταν ένα από τα ελάχιστα έργα μου που δεν χρειάστηκε ποτέ να εξηγήσω».

Δεν κουράζεται να υπενθυμίζει σε όλους μας ότι είναι μια Ιρανή που ζει μακριά από την πατρίδα της. Ως εξόριστη πρέπει να εκφράσει την αγανάκτησή της, αλλά και να διερευνήσει πώς πολιτικές δυνάμεις ή γεγονότα, όπως η Ισλαμική Επανάσταση το 1979, καθόρισαν τη ζωή τη δική της, αλλά και πολλών ακόμη Ιρανών. «Το προσωπικό και το πολιτικό "τρέχουν" παράλληλα στο έργο μου. Δεν γίνεται να διαχωριστούν. Η πολιτική είναι συνυφασμένη με την ποιητική της καθημερινής ζωής. Αυτή η σύγκρουση, αλλά και το μπόλιασμα των δύο στοιχείων είναι εμφανής σε όλο το έργο μου. Οπωσδήποτε μέρος της διαδικασίας είναι και άλλα πολλά ερωτήματα, τα οποία με βοηθούν να διερευνήσω, να αντιμετωπίσω και να αποδομήσω όλων των ειδών τα στερεότυπα. Για παράδειγμα, η Δύση θεωρεί τις γυναίκες στο Ισλάμ "θύματα", "πειθήνιες" συζύγους. Δεν είναι αλήθεια. Δεν θα αρνηθώ ότι οι γυναίκες καταπιέζονται, αλλά σε αντίθεση με τα δυτικά στερεότυπα, εγώ τις βρίσκω εξαιρετικά επιθετικές και δυνατές. Ανέκαθεν εναντιώνονταν και διαδήλωναν απέναντι σε κάθε εξουσία που τους επιβαλλόταν. Πιστεύω ότι μελετώντας την κατάσταση των γυναικών και την αντίθεση ανδρών και γυναικών, μπορεί κανείς να κάνει μια ενδιαφέρουσα πολιτισμική ανάγνωση της κοινωνίας στο Ισλάμ. Για παράδειγμα, όταν ανέλαβε την εξουσία ο βασιλιάς του Ιράν, σάχης Ρεζά, στις αρχές του 1900, επέβαλε στις γυναίκες να μην φοράνε μαντίλα. Η Ισλαμική Επανάσταση, το 1979, έκανε το αντίθετο. Αποδεικνύεται ότι τα γυναικεία σώματα, και πολύ περισσότερο η δημόσια εμφάνισή τους, απεικονίζουν την ιδεολογία κάθε κυβέρνησης. Η φυσική παρουσία της γυναίκας σήμερα στο Ιράν, τόσο στον δημόσιο όσο και στον ιδιωτικό της βίο, φανερώνει την ισλαμική ατζέντα της κυβέρνησης, η οποία ξεκάθαρα είναι ανάλγητη και άγρια απέναντι στις γυναίκες».

Ζείτε περισσότερα από 30 χρόνια στην Αμερική. Δεν αισθανθήκατε ποτέ την ανάγκη να δημιουργήσετε ένα έργο για τις γυναίκες που ζουν δίπλα σας;

«Οσο περνούν τα χρόνια συνειδητοποιώ ότι η δουλειά μου ολοένα και περισσότερο γίνεται απόμακρη ακόμη και για την κουλτούρα του Ιράν. Με άλλα λόγια, μπορεί να χρησιμοποιώ τα φαρσί, Ιρανούς ηθοποιούς και τοποθεσίες που μοιάζουν να είναι του Ιράν (σ.σ. το Μαρόκο), δεν απευθύνομαι όμως μόνο σε Ιρανούς ούτε αφηγούμαι ιστορίες μόνο Ιρανών. Επομένως, το θέμα της πολιτισμικής ιδιαιτερότητας, ο τόπος, αλλά και η γλώσσα είναι τελικά άσχετα με το θέμα. Για παράδειγμα, η "εξορία" που επανειλημμένα εμφανίζεται στο έργο μου, δεν είναι ένα θέμα αποκλειστικά των Ιρανών. Σύντομα, λοιπόν, θα μετακινηθώ σε δυτικές τοποθεσίες, αλλά και αφηγήσεις, μόνο που η μετάβασή μου αυτή θα είναι αργή». *

Της ΦΩΤΕΙΝΗΣ ΜΠΑΡΚΑ
ΕΛΕΥΘΕΡΟΤΥΠΙΑ

Τρίτη 20 Απριλίου 2010

Η Videorama Films στο 63ο Φεστιβάλ Καννών

Με μεγάλη μας χαρά σας ανακοινώνουμε τις δύο ταινίες της Videorama Films που θα παρουσιαστούν στο επίσημο πρόγραμμα του 63ου Φεστιβάλ Καννών :
«UTOMLYONNYE SOLNTSEM 2» (Burnt by the sun 2: The Exodus/ Ψεύτης Ήλιος 2 – Η Μεγάλη Έξοδος) του Nikita MIKHALKOV στο διαγωνιστικό πρόγραμμα και
FILM SOCIALISME (Socialism) του Jean-Luc GODARD στο τμήμα «Ένα Κάποιο Βλέμμα» («Un Certain Regard »)
Πρόκειται για ταινίες δύο μεγάλων σκηνοθετών που η Videorama Films θα έχει την χαρά και την τιμή να τις παρουσιάσει στο κοινό με την καινούρια κινηματογραφική σεζόν.
Παράλληλα, αξίζει να σημειωθεί ότι οικοδέσποινα της 63ης κινηματογραφικής γιορτής της Κυανής Ακτής είναι η Kristin Scott Thomas που πρωταγωνιστεί στην ταινία «Φεύγω» («Partir»), που βγαίνει στους κινηματογράφους από 29 Απριλίου.
H Διανομή των ταινιών γίνεται από την Nutopia

Παρασκευή 9 Απριλίου 2010

Κοινό «μνημόσυνο» Πολωνίας - Ρωσίας στο Κατίν για τη σφαγή του 1940, επί Στάλιν


Σε μια ιστορική κίνηση για τη βελτίωση των σχέσεων Ρωσίας-Πολωνίας, οι ηγέτες των δύο χωρών απέτισαν φόρο τιμής στο δάσος του Κατίν, όπου το 1940 σφαγιάστηκαν χιλιάδες αξιωματικοί του πολωνικού στρατού από άνδρες της NKVD, της μυστικής αστυνομίας του Στάλιν.

«Δεν μπορούμε να αλλάξουμε το παρελθόν, αλλά μπορούμε να αποκαταστήσουμε και να διατηρήσουμε την αλήθεια και την ιστορική δικαιοσύνη. Πολωνοί και Ρώσοι ιστορικοί εργάζονται για να αποκαλύψουν την αλήθεια και να επιτρέψουν ένα άνοιγμα στις σχέσεις των χωρών μας», δήλωσε ο πρωθυπουργός της Ρωσίας Βλαντιμίρ Πούτιν, ο οποίος απέφυγε συστηματικά τη λέξη «συγγνώμη». Την άνοιξη του 1940, λίγο μετά τον διαμελισμό της Πολωνίας από τη Γερμανία και τη Ρωσία και κατόπιν διαταγών του Στάλιν, η NKVD εξόντωσε τους αξιωματικούς του πολωνικού στρατού που είχε συλλάβει ως αιχμαλώτους πολέμου. Περίπου 22.000 αξιωματικοί και διανοούμενοι της Πολωνίας εκτελέστηκαν με μια σφαίρα στο κεφάλι. Οι εκτελέσεις έγιναν σε πολλές περιοχές, όμως στο δάσος του Κατίν, έξω από το Σμολένσκ, της δυτικής Ρωσίας (όπου είχαν εκτελεστεί και χιλιάδες αντίπαλοι του Στάλιν κατά την περίοδο των εκκαθαρίσεων στη δεκαετία του '30), ανακαλύφθηκαν οι ομαδικοί τάφοι των αξιωματικών, από τη Γερμανία, το 1943. Η Ρωσία επί χρόνια απέδιδε τη σφαγή στη ναζιστική Γερμανία. Μόνον το 1990, ένα χρόνο μετά την κατάρρευση του κομμουνιστικού καθεστώτος της Πολωνίας, η Μόσχα παραδέχτηκε την ευθύνη της.

Η Πολωνία θεωρεί το Κατίν σύμβολο των δεινών που υπέστη από την ΕΣΣΔ. Ο Πούτιν δήλωσε ότι στο Κατίν Ρώσοι και Πολωνοί πέθαναν «όπως αδελφός με αδελφό» και κάλεσε τους Πολωνούς να μη ρίξουν την ευθύνη για το κακό στον ρωσικό λαό. Τόνισε ότι κατά τη γνώμη του ο Στάλιν διέταξε την εκτέλεση των Πολωνών το 1940 για να εκδικηθεί τον θάνατο 32.000 στρατιωτών του Ερυθρού Στρατού σε στρατόπεδα αιχμαλώτων στην Πολωνία το 1920, επειδή θεωρούσε ότι ήταν προσωπικά υπεύθυνος για την απώλεια αυτή. «Πρωθυπουργέ Πούτιν, τα μάτια όσων σκοτώθηκαν με μια σφαίρα στο πίσω μέρος του κεφαλιού μάς κοιτάνε και περιμένουν να δουν αν είμαστε έτοιμοι να μετατρέψουμε αυτό το ψέμα σε συμφιλίωση», δήλωσε ο Πολωνός πρωθυπουργός Ντόναλντ Τουσκ.

Δευτέρα 8 Μαρτίου 2010

Δύο Oscar για την «ΜΟΝΑΚΡΙΒΗ»

Β΄ Γυναικείου Ρόλου και Καλύτερου Διασκευασμένου Σεναρίου.

Η «Μονάκριβη» του Lee Daniels αναμετρήθηκε ισότιμα με τα blockbusters του Hollywood στην χθεσινοβραδινή τελετή απονομής των βραβείων της Ακαδημίας και απέσπασε 2 αγαλματίδια στης κατηγορίες Β΄ Γυναικείου Ρόλου και Καλύτερου Διασκευασμένου Σεναρίου.
Η Mo’Nique, επιβεβαίωσε τις φήμες που την ήθελαν φαβορί στην κατηγορία Β΄ Γυναικείας Ερμηνείας και στον μακρύ κατάλογο των βραβεύσεων που δίκαια έχει δεχθεί για αυτή της την εξαιρετική ερμηνεία (Χρυσή Σφαίρα, Ένωση Κριτικών Κινηματογράφου της Νέας Υόρκης, Independent Spirit Awards, Sundance Film Festival, Annual Hollywood International Film Festival κ.α.) προστέθηκε και το Χρυσό Αγαλματίδιο των Oscar.


Καθώς ξημέρωνε η 8η Μαρτίου, παγκόσμια ημέρα της γυναίκας η Αφροαμερικανή Mo’Nique ήταν η πέμπτη Αφροαμερικανή γυναίκα που τιμήθηκε σε τελετή Oscar. Η Mo’Nique στην ευχαριστήρια ομιλία της απέδωσε φόρο τιμής στην Hattie McDaniel, την πρώτη Αφροαμερικανή ηθοποιό που πριν από 70 χρόνια τιμήθηκε από την Ακαδημία με τη διάκριση Β΄ Γυναικείου Ρόλου για την ερμηνεία της στο «Όσα Παίρνει ο Άνεμος». Μάλιστα, η Mo’Nique ξεκίνησε την ομιλία της ευχαριστώντας την Ακαδημία που απέδειξε ότι τα βραβεία που δίνει βασίζονται πραγματικά στην καλλιτεχνική έκφραση κι όχι στην πολιτική σκοπιμότητα.


Το δεύτερο βραβείο Oscar για την «Μονάκριβη» απέσπασε ο Geoffrey Fletcher που έκανε μία πολύ γενναία και αισιόδοξη ανάγνωση του βιβλίου «Push» της Sapphire (κυκλοφορεί στα ελληνικά με τον τίτλο «Μονάκριβη» από τις εκδόσεις Καστανιώτη) και διασκεύασε ιδανικά το σενάριο για την σκηνοθετική ματιά του Lee Daniels.


Δύο βράδια νωρίτερα η «ΜΟΝΑΚΡΙΒΗ» ήταν η μεγάλη νικήτρια της βραδιάς των 25ων Βραβείων Ανεξάρτητων Ταινιών (Film Independent's Spirit Awards) καθώς έφυγε με 5 βραβεία από τις 5 κατηγορίες στις οποίες ήταν υποψήφια: Καλύτερης Ταινίας, Σκηνοθεσίας, Α' και Β' Γυναικείου Ρόλου και Σεναρίου Πρωτοεμφανιζόμενου.


Η «ΜΟΝΑΚΡΙΒΗ» συνεχίζεται με επιτυχία στους κινηματογράφους για 3η εβδομάδα.


Τετάρτη 24 Φεβρουαρίου 2010

Συνεχίζεται για 2η εβδομάδα η υποψήφια για 6 Όσκαρ "ΜΟΝΑΚΡΙΒΗ"

Όταν στα 16 της, η Precious μαθαίνει να διαβάζει και να γράφει, ένας καινούργιος κόσμος ανοίγεται μπροστά της. Ένας κόσμος όπου, επιτέλους, μπορεί να μιλήσει, να εξομολογηθεί όσα την πνίγουν. Ένας κόσμος όπου όλα τα κορίτσια μπορούν να είναι όμορφα, δυνατά, ανεξάρτητα. Σαν την Precious.Η πιο πολυσυζητημένη ταινία της χρονιάς στο Sundance είναι ταυτόχρονα τρομακτικά ανησυχητική και συγκινητικά εμπνευσμένη. Ο Λι Ντάνιελς δημιουργεί ένα must see πορτραίτο των απόκληρων της ζωής, που είναι εντελώς ακαταμάχητο. Η ταινία άφησε το στίγμα της στις διεθνείς βραβεύσεις, αρχής γενομένης με το βραβείο κοινού και το μεγάλο βραβείο της επιτροπής του περσινού Sundance, την πρόσφατη διάκριση της Μο’Νικ με τη Χρυσή Σφαίρα Β΄ Γυναικείου Ρόλου, αλλά και τις 6 υποψηφιότητες για Όσκαρ (Καλύτερης ταινίας, Σκηνοθεσίας, Α' και Β' Γυναικείου Ρόλου, Διασκευασμένου Σεναρίου και Μοντάζ).


Μια ταινία της VIDEORAMA FILMS
Διανομή: NUTOPIA ENTERTAINMENT



«Χρόνια είχα να δω στο σινεμά ή και στο θέατρο αν θέλετε μια τόσο αυθεντικά ποιητική ηρωίδα όσο η ηρωίδα αυτού του έργου. Δεν χρειάζονται πολλά λόγια, απλώς μην το χάσετε…»
Ιάσονας Τριανταφυλλίδης - ΑΔΕΣΜΕΥΤΟΣ ΤΥΠΟΣ


«Το σπαραχτικό δράμα μιας απελπισμένης, χωρίς μέλλον, νεαρής Αφροαμερικανίδας, δοσμένο με δύναμη και με συγκινητική ερμηνεία από την Γκαμπούρι Σιντίμπε.»
Νίνος Φενέκ Μικελίδης - ΕΛΕΥΘΕΡΟΤΥΠΙΑ *****


«Σκληρό κοινωνικό δράμα που δεν φοβάται ν' αντικρίσει κατάματα την υπαρξιακή απόγνωση πίσω από τις ταξικές ανισότητες.»
Χρήστος Μήτσης - ΑΘΗΝΟΡΑΜΑ ***


«H Σταχτοπούτα του Χάρλεμ. Η μεγαλύτερη αμερικανική έκπληξη της χρονιάς, η «Μονάκριβη», έχει μαύρο χρώμα και υπολογίσιμο εκτόπισμα στους καταλόγους των υποψηφιοτήτων»
Δημήτρης Mπούρας - ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ ****


«Ένα φιλμ κοινωνικό μανιφέστο, που μας δείχνει πως το αληθινό αμερικάνικο σινεμά είναι εκτός Χόλιγουντ. Ένα φιλμ που κερδίζει το ένα βραβείο μετά το άλλο σε όποιο φεστιβάλ παίζεται και, ανάμεσα στα άλλα, είναι υποψήφιο για Όσκαρ πρώτου ρόλου στην κόρη Γκάμπι Σιντιμπέ και δεύτερου ρόλου στη μάνα Μονίκ. Μπράβο για την τόλμη του. Το αλάτι της γης είναι οι απόκληροι. Μονάκριβη ομορφιά μέσα σε κοινωνίες-αποχωρητήρια. Τολμάει και φτύνει την γκλάμουρ ψευτιά.»
Παύλος Κάγιος - ΤΑ ΝΕΑ ***1/2


«Οι ερμηνείες στο σύνολό τους είναι εξαιρετικές, ιδιαίτερα εκείνη της Μο Νικ, μητέρα της Μονάκριβης στο φιλμ. »
Ιφιγένεια Καλατζή - ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ


«Η εφιαλτική ζωή μιας παχύσαρκης Αμερικανίδας, η οποία δραπετεύει από το ζόφο νομίζοντας πως πρωταγωνιστεί σε βιντεοκλίπ.»
Θοδωρής Κουτσογιαννόπουλος - LIFO **1/2


«Η ταινία κατορθώνει να παραμένει γειωμένη και ειλικρινής, μέσα από τις ερμηνείες των ηθοποιών.»
Γιώργος Κρασσακόπουλος - ATHENS VOICE ***


«Συγκλονιστική ρεαλιστική δραματουργία φιλτραρισμένη, με μοναδική σκηνοθετική δεξιοτεχνία από τον Λι Ντάνιελς. Αυτό που αποκαλούμε "σινεμά δημιουργού" βρίσκει τον ορισμό του σε αυτή την ανεξάρτητη ταινία.»
Δημήτρης Παπαμίχος - MyFilm ****

Τετάρτη 3 Φεβρουαρίου 2010

Μία ανεξάρτητη ταινία ανάμεσα στα Blockbusters του Hollywood

Η αντίστροφη μέτρηση για την 82η Απονομή των Βραβείων της Ακαδημίας (Oscar) ξεκίνησε χθες με την ανακοίνωση των υποψηφιοτήτων. Η «ΜΟΝΑΚΡΙΒΗ» έλαβε 6 υποψηφιότητες, (Καλύτερης Ταινίας, Σκηνοθεσίας, Α΄ και Β΄ Γυναικείου Ρόλου, Διασκευασμένου Σεναρίου και Μοντάζ) και βρίσκεται στην 3η θέση των υποψήφιων ταινιών μαζί με το «Up In The Air».
Την κούρσα των υποψηφιοτήτων οδηγούν οι πλέον αναμενόμενες ταινίες «Avatar» και «The Hurt Locker», με εννέα υποψηφιότητες και το «Inglourious Basterds» με οκτώ.
Αναλυτικά, η «Μονάκριβη», που έχει ήδη αφήσει το στίγμα της στις διεθνείς βραβεύσεις, αρχής γενομένης με το βραβείο κοινού και το μεγάλο βραβείο της επιτροπής του περσινού Sundance, αλλά και με την πρόσφατη διάκριση της Μο’Νικ με τη Χρυσή Σφαίρα Β΄ Γυναικείου Ρόλου, είναι υποψήφια στις εξής κατηγορίες:

Καλύτερης ταινίας:
Ραντεβού στον Αέρα (Up In The Air)
Avatar
Μονάκριβη (Precious: Based on the Novel Push by Sapphire)
Άδωξοι Μπάσταρδη (Inglourious Basterds)
The Hurt Locker
The Blind Side
Ένας Σοβαρός Άνθρωπος (A Serious Man)
District 9
Μια Κάποια Εκπαίδευση (An Education)
Ψηλά στον Ουρανό (Up)


Σκηνοθεσίας:
Κάθριν Μπίγκελοου "The Hurt Locker"
Τζέιμς Κάμερον "Avatar"
Λι Ντάνιελς "Μονάκριβη" (Precious: Based on the Novel Push by Sapphire)
Τζέισον Ράιτμαν "Ραντεβού στον Αέρα" (Up In The Air)
Κουέντιν Ταραντίνο "Άδωξοι Μπάσταρδη" (Inglourious Basterds)


Α' Γυναικείου Ρόλου:
Μέριλ Στριπ "Τζούλι και Τζούλια" (Julie & Julia)
Σάντρα Μπούλοκ "The Blind Side"
Έλεν Μίρεν "The Last Station"
Κάρι Μάλιγκαν "Μια Κάποια Εκπαίδευση" (An Education)
Γκάμπι Σιντιμπέ "Μονάκριβη" (Precious: Based on the Novel Push by Sapphire)

Β' Γυναικείου Ρόλου:
Πενέλοπε Κρουζ "Εννέα" (Nine)
Βέρα Φαρμίγκα "Ραντεβού στον Αέρα" (Up In The Air)
Μο’Νίκ "Μονάκριβη" (Precious: Based on the Novel Push by Sapphire)
Μάγκι Τζίλενχαλ "Crazy Heart"
Άννα Κέντρικ "Ραντεβού στον Αέρα" (Up In The Air)


Διασκευασμένου Σεναρίου:
Τζέισον Ράιτμαν και Σέλντον Τέρνερ "Ραντεβού στον Αέρα" (Up In The Air)
Τζέφρι Φλέτσερ "Μονάκριβη" (Precious: Based on the Novel Push by Sapphire)
Νικ Χόρνμπι "Μια Κάποια Εκπαίδευση" (An Education)
Νιλ Μπλόμκαμπ και Τέρι Τάτσελ "District 9"
Τζέσε Άρμστρονγκ, Σάιμον Μπλάκγουελ, Αρμάντο Ιανούτσι, Τόνι Ρος "Ακήρυχτος Πόλεμος" (In The Loop)


Μοντάζ:
Στίβεν Ρίβκιν, Τζον Ρέφουα και Τζέιμς Κάμερον "Avatar"
Τζούλιαν Κλαρκ "District 9"
Μπομπ Μουράφσκι και Κρις Ίνις "The Hurt Locker"
Σάλι Μένκε "Άδωξοι Μπάσταρδη" (Inglourious Basterds)
Τζο Κλοτζ "Μονάκριβη" (Precious: Based on the Novel Push by Sapphire)

Η «ΜΟΝΑΚΡΙΒΗ» βγαίνει στους κινηματογράφους στις 18 Φεβρουαρίου

Υποψήφια για 6 Όσκαρ η «Μονάκριβη».



Μετά τη Χρυσή Σφαίρα, που κέρδισε η Mo'Nique στην κατηγορία Β΄ Γυναικείου ρόλου, η «ΜΟΝΑΚΡΙΒΗ» - Precious: Based on the Novel Push by Sapphire του Lee Daniels θα είναι υποψήφια σε 6 κατηγορίες στα βραβεία Όσκαρ που θα πραγματοποιηθούν την Κυριακή 7 Μαρτίου. Η «ΜΟΝΑΚΡΙΒΗ» είναι υποψήφια στις κατηγορίες: Καλύτερης ταινίας, Ά γυναικείου ρόλου, Καλύτερης σκηνοθεσίας, Καλύτερου διασκευασμένου σεναρίου, ΄Β γυναικείου ρόλου και Μοντάζ.









Παρασκευή 29 Ιανουαρίου 2010

Η Πόλη της Ζωής και του Θανάτου

Έγραψαν για την ταινία:

Σκληρή, αλλά εικαστικά συναρπαστική απεικόνιση ενός ιστορικά απωθημένου ολοκαυτώματος. Σκηνοθετική δεξιοτεχνία για Όσκαρ, σκηνές μεγάλης συναισθηματικής φόρτισης, χωρίς να λείπουν οι «καλλιτεχνικές» ευκολίες που κολακεύουν το ευρύ κοινό.
Χρήστος Μήτσης – Αθηνόραμα ★★★


Η υπέρτατη τέχνη της αναπαράστασης. Αν η ταινία ήταν Μade in Αmerica, θα πήγαινε για Όσκαρ σκηνοθεσίας, φωτογραφίας, παραγωγής. Απίστευτη ψιλοβελονιά. Μάθημα κινηματογράφου και Ιστορίας. Στιγμή μοναδική!
Δημήτρης Δανίκας – ΤΑ ΝΕΑ ★★★★

Σκληρό και σχεδόν ποιητικό, είναι αναμφίβολα ένα σημαντικό κινηματογραφικό κατόρθωμα που σε θυμώνει και σε συγκινεί, αλλά κυρίως σε καθηλώνει, παρά το δύσκολο, καθόλου ελκυστικό του θέμα.
Γιώργος Κρασσακόπουλος – Athens Voice ★★★★

Το χρονικό του άγνωστου ολοκαυτώματος έρχεται στο φως και μένει ανεξίτηλο χάρη σε έναν δυναμικό και υπομονετικό σκηνοθέτη. Δεν είναι απλά μια κινηματογραφημένη αναπαράσταση/ δραματοποίηση αληθινών γεγονότων και πραγματικά δεν είναι εύκολο να βρει κάποιος ψεγάδι σε αυτήν.
Θοδωρής Κουτσογιαννόπουλος – LIFO ★★★★

Αυτή η σπαραχτική πόλη της ζωής και του θανάτου δεν περιγράφεται με λόγια. Απλώς βιώνεται σαν μία ιστορία για ανθρώπους και υπανθρώπους. Το ολοκαύτωμα της Νανκίνγκ είναι ένα από τα μεγαλύτερα εγκλήματα πολέμου, αλλά ο Κινέζος σκηνοθέτης δεν προπαγανδίζει.
Κωνσταντίνος Καϊμάκης – City Press ★★★★

Γυρισμένη σε σινεμασκόπ και μαυρόασπρο φιλμ (η εξαιρετική, ρεαλιστική φωτογραφία είναι του Γιου Κάο) η ταινία καταγράφει, μέσα από εικόνες συχνά αβάσταχτης φρίκης, τη σφαγή εκατοντάδων αιχμαλώτων στρατιωτών αλλά και το βιασμό γυναικών και την εξόντωση χιλιάδων γυναικόπαιδων και αντρών.
Νίνος Φενεκ Μικελίδης – Ελευθεροτυπία ★★★★

Οι θηριωδίες για τις οποίες ευθύνεται ο ιαπωνικός στρατός όταν πριν από 70 χρόνια η Ιαπωνία εισέβαλε στην τότε πρωτεύουσα της Κίνας Νανγίνγκ έχουν «περάσει» ποικιλοτρόπως στον κινηματογράφο, ποτέ όμως τόσο ρεαλιστικά και ωμά όσο στην «Πόλη της ζωής και του θανάτου» του Λου Τσουάν.
Γιάννης Ζουμπουλάκης – Το Βήμα ★★★

Ορέστης Ανδρεαδάκης – Mega/ Περιοδικό ΣΙΝΕΜΑ ★★★★1/2

Θεοδωρόπουλος – Πρώτο Θέμα ★★★★

Πέμπτη 28 Ιανουαρίου 2010

Ένα αντιπολεμικό, πανανθρώπινο ποίημα!


Υπάρχει στο Β' Παγκόσμιο Πόλεμο μια κατάμαυρη σελίδα ντροπής, της οποίας λίγοι στη Δύση γνωρίζουν την έκταση, τη σημασία ή ακόμα και την ύπαρξή της: το Δεκέμβριο του 1937, ο Αυτοκρατορικός Στρατός της Ιαπωνίας εισέβαλε στην τότε κινεζική πρωτεύουσα Νανκίνγκ και συναντώντας ελάχιστη αντίσταση, κατέλαβε μια μητρόπολη που δεν είχε προλάβει ακόμα να εκκενωθεί. Κέντρο εμπορίου και πόλος έλξης προσφύγων, φιλοξενούσε έναν μεγάλο πληθυσμό αθώων πολιτών, καθώς κι έναν μεγάλο αριθμό στρατιωτών που αναγκάστηκαν να παραδοθούν. Αντί όμως να έχουν την αντιμετώπιση που έχουν οι πρόσφυγες ή έστω οι αιχμάλωτοι πολέμου, οι κάτοικοι της Νανκίνγκ έγιναν λεία των πιο άγριων κι επαίσχυντων ενστίκτων του ιαπωνικού στρατού. Την κατάκτηση της πόλης, στις 9 Δεκεμβρίου του '37, ακολούθησαν 6 εβδομάδες ωμής κτηνωδίας, στη διάρκεια των οποίων περίπου 300.000 (οι Ιάπωνες υποστηρίζουν 200.000) αθώοι άνθρωποι σκοτώθηκαν. Έξι εβδομάδες ανείπωτης βαρβαρότητας που έχουν μείνει στην ιστορία χαραγμένες με αίμα ως «ο Βιασμός της Νανκίνγκ». Μέχρι σήμερα, η Ιαπωνία δεν έχει επισήμως παραδεχτεί τα γεγονότα, ούτε έχει απολογηθεί -κι η σφαγή της Νανκίνγκ παραμένει μια ανοιχτή πληγή που αναβλύζει αίμα και μίσος, παραμένοντας ένα δηλητηριώδες αγκάθι στις σινο-ιαπωνικές σχέσεις.
O κινέζος σκηνοθέτης Lu Chuan όμως δεν επιδιώκει με το φιλμ του να μας κάνει μάθημα ιστορίας. Δεν προσπαθεί καν με τις εικόνες του να προωθήσει έμμεσα το φλέγον εθνικό ζήτημα, παίρνοντας κάποια θέση για όσα έγιναν. Λαμβάνοντας τα παραπάνω ιστορικά γεγονότα ως αυτονόητη ιστορική ανάμνηση των συμπατριωτών του, ο Lu Chuan καταφέρνει να αποστασιοποιηθεί επαρκώς από τα συμβάντα, και αξιοποιώντας τα όσα έγιναν ως καμβά για τις ασπρόμαυρες εικόνες του, δημιουργεί ένα αντιπολεμικό, πανανθρώπινο ποίημα που μπορεί να αφορά κάθε πόλεμο, κάθε θάνατο, κάθε άνθρωπο. Το φιλμ του δεν είναι μόνο ιστορικό ντοκουμέντο για όσους δεν γνώριζαν, δεν είναι σίγουρα ένα προπαγανδιστικό όχημα για να μεταπείσει όσους δεν πίστευαν, δε θα μπορούσε καν να χαρακτηριστεί ως αμιγώς πολεμικό δράμα γι' αυτούς που περίμεναν να δουν μάχες, αίμα και σφαγές.

Πίσω από την βαρβαρότητα του πολέμου (που καταγράφεται με αξιοζήλευτα επικές σκηνές στο πρώτο μισό της ταινίας), και την κτηνωδία που ακολούθησε (ο Lu Chuan μεταφέρει με ακρίβεια στις εικόνες του τη βαναυσότητα, χωρίς όμως να κάνει το θέαμα αβάσταχτο για το θεατή, και κυρίως χωρίς να καπηλεύεται το αίμα και τον πόνο για να αποσπάσει τον οίκτο και τη συμπάθεια), αυτό που μένει είναι ο άνθρωπος, απογυμνωμένος από κάθε τι άλλο. Κι εκεί ακριβώς είναι που ο κινέζος σκηνοθέτης επιλέγει να επικεντρωθεί, δίνοντας έτσι υπόσταση στα γεγονότα, ντύνοντας με σάρκα και οστά την Ιστορία, δίνοντας φωνή στον άφατο πόνο. "Μερικές φορές ο θάνατος είναι πιο εύκολος από τη ζωή", θα ομολογήσει σε κάποια στιγμή ένας γιαπωνέζος αξιωματούχος. Μέσα σε μια πόλη που επέζησε μόνο και μόνο για να καταλήξει να αποζητά το θάνατο σαν λύτρωση, οι άνθρωποι αναγκάζονται να δείξουν τον πραγματικό τους εαυτό: αυτός που προσπαθεί με κάθε κόστος να επιβιώσει κι αυτός που επιλέγει να εκτελέσει το καθήκον του. Αυτός που επιλέγει να θυσιαστεί κι αυτός που δειλιάζει μπροστά στον επικείμενο θάνατο. Ένα αποκαλυπτικό, αριστουργηματικά κινηματογραφημένο και σπαρακτικά ανθρώπινο χρονικό του κάθε πολέμου, το «City Of Life And Death» είναι ίσως η καλύτερη ταινία του φετινού φεστιβάλ.

Μαριάννα Ράντου - CINEMANEWS *****