Σελίδες

Τετάρτη 3 Ιουνίου 2009

Συνέντευξη του Ρομπέρ Γκεντιγκιάν




Στον Σαρκοζί ταιριάζει μόνον η κωμωδία

Το όνομα του Ρομπέρ Γκεντιγκιάν δεν είναι από τα πλέον γνωστά στο ελληνικό κοινό. Στην πατρίδα του, όμως, τη Γαλλία, συμβαίνει το αντίθετο. Ο γεννημένος το 1953 σκηνοθέτης, με σπουδές κοινωνιολογίας, από το 1980 υπογράφει τη μία ταινία μετά την άλλη ως σκηνοθέτης ή παραγωγός. Τις περισσότερες φορές πλατό των ταινιών του είναι η πατρίδα του, η Μασσαλία. «Αν γυρίσω ταινία αλλού, αισθάνομαι σαν κλέφτης», λέει.


Οι κριτικοί τον ανακάλυψαν το 1995 με την ταινία «Α la vie, a la mort!». Και το ευρύ κοινό με την αισιόδοξη «Marius et Jeannette», που χάρισε στην Αριάν Ασκαρίντ Σεζάρ ερμηνείας το 1998.

Στην Αθήνα βρέθηκε καλεσμένος του 10ου Φεστιβάλ Γαλλόφωνου Κινηματογράφου για να παρουσιάσει την τελευταία του ταινία «Lady Jane» (στις αίθουσες το φθινόπωρο), ένα φιλμ νουάρ, με πρωταγωνιστές τρεις φίλους, οι οποίοι στην παιδική τους ηλικία μοίραζαν στις εργάτριες της γειτονιάς τους, στην Μασσαλία, κλεμμένες γούνες. Ηταν η εποχή που οι «Rolling Stones» τραγουδούσαν το «Lady Jane». Ετσι πήρε τον τίτλο της και η ταινία. Η συμμορία ξανασυναντιέται μετά από χρόνια, για να βοηθήσει μέλος της να βρει τον γιο της, που έχει απαχθεί.

Προσπαθώ να κάνω λαϊκό σινεμά, οπότε πρέπει να χρησιμοποιώ κώδικες που γνωρίζει το κοινό. Το νουάρ είναι η πιο γνωστή φόρμα, γιατί γεννήθηκε μαζί με το σινεμά. Σε ορισμένες περιπτώσεις, όταν μια ταινία είναι ασπρόμαυρη, μπορείς να τη «διαβάσεις» καλύτερα. Το «Lady Jane» βασίζεται στην ιδέα της εκδίκησης. Υπάρχει μια σκηνή, όπου ένα παιδί πεθαίνει μπροστά στα μάτια της μητέρας του. Αν δεν ήταν ασπρόμαυρη, η αίσθηση θα ήταν λιγότερο έντονη. Λειτουργεί με όρους ελληνικής τραγωδίας».
Πώς γεννήθηκε η ιδέα της εκδίκησης; Διάβασα ότι έχει σχέση με την καταγωγή σας.
«Ο πατέρας μου είναι Αρμένιος και η μητέρα μου Γερμανίδα. Από τη μεριά του πατέρα μου, υποστήκαμε μια γενοκτονία. Από της μητέρας μου, διαπράξαμε μία άλλη. Είναι ένα θέμα που με απασχολεί, ενδεχομένως υποσυνείδητα, γιατί δεν έχω τραύματα. Η ιδέα της εκδίκησης με προβληματίζει επίσης, επειδή καμιά φορά γίνεται απαραίτητη στην πολιτική, όταν καθοδηγείται από τα κράτη. Πάρτε για παράδειγμα τι συμβαίνει σήμερα στο Ισραήλ και την Παλαιστίνη».
Εχετε πειραματιστεί με πολλά κινηματογραφικά είδη. Τι είναι για εσάς το σινεμά;
«Να μιλάς στους νέους. Ενα άλλο κομμάτι ευχαρίστησης αυτής της δουλειάς είναι να επιχειρείς πρότζεκτ, ενώ φοβάσαι για το αποτέλεσμα τους. Για αυτό παίζω με τα είδη. Για να διατηρώ το σασπένς και να βρίσκομαι σε εγρήγορση. Αυτό που είναι σημαντικό για μια ταινία, είναι να έχει βαρύτητα, γιατί ο κινηματογράφος δεν είναι πλάκα. Πρέπει να κάνει προτάσεις ενός επιπέδου στο κοινό».
Τι γνώμη έχετε για το σύγχρονο γαλλικό σινεμά;
«Οχι καλή. Ο εμπορικός κινηματογράφος μου φαίνεται όλο και πιο ηλίθιος και χυδαίος. Το σινεμά των δημιουργών, από την άλλη, είναι κλεισμένο στον εαυτό του, στενόμυαλο, χωρίς φιλοδοξίες, βαρετό. Ανέκαθεν ο κινηματογράφος αιωρείται ανάμεσα σε αυτές τις δύο τάσεις, αλλά τώρα έχουμε πάει στα άκρα. Ο κινηματογράφος πάει καλά, όταν πηγαίνει καλά και η χώρα. Τότε μόνο μπορούμε να έχουμε σπουδαίους δημιουργούς και καλό εμπορικό σινεμά. Παράδειγμα καλής περιόδου είναι το ιταλικό σινεμά του '70, όπου ο εμπορικός κινηματογράφος είχε σκηνοθέτες όπως οι Ρίτσι, Μονιτσέλι, Κομεντσίνι, δηλαδή σπουδαίους και ταυτόχρονα πολύ δημοφιλείς. Παράλληλα, υπήρχαν οι Παζολίνι, Ρόσι, Φελίνι, Βισκόντι. Τώρα το σινεμά περνά μια βρώμικη περίοδο. Αυτό δεν σημαίνει ότι δεν υπάρχουν αξιοπρόσεκτες προσωπικότητες».
Εχετε παραλληλίσει τους Γάλλους δημιουργούς με τον Αστερίξ. Κι αυτοί πολεμούν εναντίον μιας αυτοκρατορίας, του Χόλιγουντ.
«Εφτά μεγάλες εταιρείες παράγουν το 80-85% των ταινιών διεθνώς. Πρέπει όμως να γυρίζουμε ταινίες στις χώρες μας, στο φυσικό μας ντεκόρ, στη γλώσσα μας, με τους ηθοποιούς μας. Εκτός από πολιτιστική και οικονομική, είναι και ανθρωπολογική ανάγκη. Χρειαζόμαστε έναν καθρέφτη του εαυτού μας. Με τον ίδιο τρόπο, κι εσείς πρέπει να γυρίζετε ταινίες στην Αθήνα που βλέπω από το παράθυρο. Ο αμερικανικός κινηματογράφος, βέβαια, είναι εξαιρετικής ποιότητας. Εδώ και 50 χρόνια μαζεύει τα μεγαλύτερα ταλέντα της υφηλίου. Είναι χαρακτηριστικό ότι το '50 στον αμερικάνικο κινηματογράφο κυριαρχεί ο Γερμανός Φριτς Λανγκ».
Εχετε κάνει μια ταινία για τον Μιτεράν («Ο περιπατητής στο Πεδίον του Αρεως»). Θα κάνατε ποτέ για τον Σαρκοζί;
«Ο Μιτεράν είναι προσωπικότητα με βάθος. Ο Σαρκοζί είναι κωμικό πρόσωπο, σαν τον γελωτοποιό του βασιλιά. Οπότε, μόνο μια κωμωδία θα μπορούσα να κάνω. Κι αυτή θα ήταν πολύ σύντομη. Με τον Σιράκ, επίσης, θα ήταν αδύνατο. Για να κάνεις ταινία για έναν πολιτικό θα πρέπει να είναι σεξπιρική οντότητα». *


10-04-09 Συνέντευξη στη Χρυσούλα Παπαϊωάννου - Ελευθεροτυπία






Δεν υπάρχουν σχόλια: