Σελίδες

Τετάρτη 24 Σεπτεμβρίου 2008

Κόβοντας εισιτήρια στο σπίτι

Της ΕΥΑΝΝΑΣ ΒΕΝΑΡΔΟΥ
(Κυριακάτικη Ελευθεροτυπία 7 - 21/09/2008)

Τι κοινό έχει ο «Ελ Γκρέκο» με την «Λούφα και απαλλαγή-Αϊ Φορ» και το «Μόλις χώρισα»; Μα, τα εισιτήρια φυσικά. Τα 800.000 του «Ελ Γκρέκο», τα 400.000 του στρατιωτικού «Αϊ Φορ» και τα περί τα 420.000 τού «Μόλις χώρισα» αποδεικνύουν τη δυναμική των τηλεοπτικού τύπου εύπεπτων κινηματογραφικών κωμωδιών, αλλά και το «ρεύμα» προς τις ταινίες που τονώνουν το εθνικό μας εγώ -όπως φανέρωσε και η τεράστια επιτυχία των «Σειρήνων του Αιγαίου».

«Πέντε λεπτά ακόμα», «Μια μέλισσα τον Αύγουστο», «Straight story», «Πρώτη φορά νονός», «Το φιλί της ζωής», «Γαμήλιο πάρτι», και μερικοί έλλληνες παραγωγοί κάνουν πλέον... πάρτι! Λογικό αν σκεφτεί κανείς πως οι ταινίες αυτές κινήθηκαν μεταξύ 200 και 400 χιλιάδων εισιτηρίων, νούμερα άπιαστα για τα ελληνικά δεδομένα. Πώς πάνε όμως οι ελληνικές ταινίες στο DVD; Οταν δηλαδή φεύγουν από τις αίθουσες; Και τι γίνεται με τις «μικρές», περισσότερο καλλιτεχνικές ταινίες;

Προ DVD, την εποχή της βιντεοκασέτας, ελάχιστες ελληνικές έβγαιναν σε βίντεο. Επόμενο λοιπόν είναι να σκεφτεί κανείς πως με την επανάσταση του DVD η ελληνική ταινία βρέθηκε με μια νέα άκρως προσοδοφόρα αγορά. Που επιπλέον της δίνει τη δυνατότητα να συναντήσει το κοινό της σε βάθος χρόνου, και όχι στα ασφυκτικά πλαίσια της αίθουσας.

Δυστυχώς, τα πράγματα δεν είναι και τόσο ευνοϊκά. Η κουβέντα μας με τους διανομείς των DVD επιβεβαίωσε το αυτονόητο: δεν υπάρχουν εκπλήξεις. Μια ταινία που «πάει» στην αίθουσα, θα «πάει» και στο DVD. Διαφορετικά την τρώει η μαρμάγκα και στα βιντεοκλάμπ.

Πόσοι πραγματικά τις βλέπουν;

Για να θεωρηθεί σήμερα μια ταινία επιτυχημένη πρέπει να πουλήσει στα βιντεοκλάμπ (rental) γύρω στα 8.000 κομμάτια έναντι 30 ευρώ έκαστο -νούμερο που θεωρείται εξαιρετικό. Τα 15.000 κομμάτια στο sell-through, δηλαδή στα DVD που πωλούνται απευθείας στον καταναλωτή (σε μαγαζιά τύπου FNAC, δισκάδικα, ή και σουπερμάρκετ), είναι ένα εξίσου καλό νούμερο. Η δυναμική φαίνεται από τον πρώτο κιόλας μήνα, ενώ στους τρεις μήνες το πράγμα έχει κριθεί. Στη συνέχεια «το προϊόν» δεν φεύγει από την αγορά, απλώς πάει πιο πίσω στα ράφια. Ολ' αυτά βέβαια σήμερα. Πριν από πέντε χρόνια, όπως μας λένε οι διανομείς, τα νούμερα θα ήταν πολύ μεγαλύτερα. Ας όψεται η πειρατεία και το Ιντερνετ που οδηγούν το DVD σε μια χρόνο με το χρόνο πτωτική πορεία...

Μερικά παραδείγματα: Το «Φιλί της ζωής» που έκοψε περί τις 260.000 εισιτήρια στα σινεμά, πούλησε γύρω στα 7.000 κομμάτια στο βίντεο. Και το «Γαμήλιο πάρτι» που έκοψε γύρω στα 200.000 εισιτήρια, πούλησε 6.500 κόπιες στα βιντεοκλάμπ. Οι «Νύφες» άγγιξαν τις 9.000 στο rental, ενώ η «Λούφα και παραλλαγή-Σειρήνες στο Αιγαίο» ξεπέρασε τις 11.000. Στην κορυφή των πωλήσεων του DVD είναι βέβαια ο «El Greco»: διατηρεί τη δεύτερη θέση μετά την «ΠΟΛΙΤΙΚΗ κουζίνα», τη μεγαλύτερη επιτυχία ελληνικού DVD μέχρι σήμερα -που πιστώνεται και στην εξαιρετική sell-through έκδοση που περιελάμβανε μεταξύ άλλων και συνταγές μαγειρικής.

Το πράγμα βέβαια με τα νούμερα δεν είναι τόσο απλό. Γιατί ναι μεν γνωρίζουμε τις κόπιες που αγόρασαν τα βιντεοκλάμπ, δεν ξέρουμε όμως ούτε το πόσοι άνθρωποι νοίκιασαν την εν λόγω ταινία στα βιντεοκλάμπ, ούτε πόσοι πραγματικά την είδαν. Διότι δεν υπάρχει κάποιος φορέας που να δίνει επισήμως αυτά τα στοιχεία. Ούτε βέβαια είμαστε σε θέση να γνωρίζουμε αν κάποιο βιντεοκλάμπ που αγόρασε φερ' ειπείν δύο κομμάτια από την «Ψυχή στο στόμα» του Οικονομίδη και είδε ότι υπήρχε ζήτηση, έκανε πειρατικά αντίγραφα της ταινίας αντί να αγοράσει κι άλλα από την εταιρεία διανομής. Πόσοι λοιπόν πραγματικά βλέπουν μια ταινία σε DVD; Αγνωστο...

«Η σύγκριση με την αίθουσα μπορεί να γίνει μόνο ως προς τους τζίρους», μας λέει ο Παντελής Γκουδής, υπεύθυνος του DVD της Odeon. «Ομως τα στοιχεία του τζίρου σε DVD των εταιρειών δεν ανακοινώνονται».

Μάταια αναζητήσαμε κάποιες εκπλήξεις, δηλαδή ταινίες που πάτωσαν στην αίθουσα κι έσκισαν στο βίντεο. Φαίνεται πως αυτό αποτελεί προνόμιο μερικών κατ' εξοχήν «βιντεϊκών», ξένων ηθοποιών όπως ο Ζαν Κλοντ Βαν Νταμ, ο Σίγκαλ ή ο Τζετ Λι. «Μια ξένη έκπληξη», λέει ο Π. Γκουδής, «ήταν και το "Sentinel" με τον Κίφερ Σάδερλαντ, ίσως λόγω της συνάφειάς του με τη σειρά "24". Στο σινεμά πήγε μέτρια».

Οπως μας είπε ο Παύλος Βόζας της Audiovisual, το κριτήριο επιτυχίας στο βίντεο είναι ένα και μόνο: «Το αν η ταινία έχει ακουστεί κι έχει καλό καστ. Στην περίπτωση πιο καλλιτεχνικών ταινιών όπως λ.χ. "Η ψυχή στο στόμα", φαίνεται πως οι φανατικοί του Οικονομίδη προτίμησαν να δουν την ταινία στο σινεμά. Ενώ στην περίπτωση του Γιάνναρη και του "Ομήρου" φάνηκε πως ο κόσμος ήταν διστακτικός γιατί η ταινία δεν έπαιρνε συγκεκριμένη θέση».

Για το «Alter ego» με τον Ρουβά, που δεν έκανε το αναμενόμενο μπαμ στις αίθουσες, έχουμε αντιφατικά στοιχεία. Φαίνεται πάντως πως ανήκει στις περιπτώσεις τον ταινιών που πολλοί θεατές δεν πάνε να δουν στο σινεμά, αλλά περιμένουν να βγουν στο DVD. Μπορεί και κάποιοι να ντράπηκαν να πάνε στις αίθουσες και το νοίκιασαν στα μουλωχτά...

Η ταινία του Οικονομίδη αποτελεί μια ιδιάζουσα περίπτωση: Επισήμως, δεν πήγε και πολύ καλά στο βίντεο (σύμφωνα δηλαδή με τις κόπιες που πούλησε). Ομως έσκισε στον «Μικρόκοσμο» όπου προβλήθηκε κάνοντας περί τις 15.000 εισιτήρια (σε μια μόνο αίθουσα). Αλλά και το «Σπιρτόκουτό» του, όπως μας είπε ο σκηνοθέτης, αν και πήγε μέτρια στο DVD, «το είδε... η μισή Ελλάδα». Καλά, πώς; «Μέσω της πειρατείας», συνεχίζει. «Μέσω Ιντερνετ, από χέρι σε χέρι, από αντιγραφές σε κάποια βιντεοκλάμπ. Ο συνοικιακός "βιντεοκλαμπάς" σιγά μην ενδιαφερθεί για μια εναλλακτική ταινία. Για τον "Ελ Γκρέκο" ή τη "Λούφα" θα ακούσει και θα παραγγείλει αντίστοιχα κομμάτια. Αντε να πάρουν ένα κομμάτι από μια "μικρή" τύπου "Ροζ", ή "Διόρθωσης" για την τιμή των όπλων. Αν όμως μια ταινία αρχίσει να συζητιέται από στόμα σε στόμα, όπως έγινε με το "Τσίου", το "Σπιρτόκουτο", τις ταινίες του Γραμματικού ή το ελληνικό σπλάτερ "Το Κακό", ο ένας αρχίζει να δίνει αντίγραφα στον άλλο και γίνεται ο χαμός. Γιατί να το πάρουν στο βιντεοκλάμπ; Κι ενώ το έχουν δει όλοι, τα λεφτά που εισέπραξαν οι διανομείς είναι 1.500 τεμαχίων!»

«Ολη αυτή η ιστορία με το Ιντερνετ», παραδέχεται ο Γ. Οικονομίδης, «ναι μεν μας κολακεύει γιατί ο κόσμος βλέπει τη δουλειά μας και φτιάχνουμε ένα κοινό, όμως απ' την άλλη είναι δώρον άδωρον γιατί δεν βγάζουμε λεφτά ούτε εμείς ούτε οι εταιρείες. Ουσιαστικά οδηγούμαστε στην καταστροφή. Το ποτάμι του Διαδικτύου έχει σαρώσει τα πάντα. Ακόμα και τα βιντεοκλάμπ αρχίζουν να κλείνουν. Σε πέντε χρόνια μπορεί να μην υπάρχουν DVD».

Το «Τσίου» του Μάκη Παπαδημητράτου, που συζητήθηκε πολύ, δεν βγήκε ποτέ σε DVD. «Εγώ ωστόσο το αγόρασα σε DVD από πλανόδιο», λέει χαμογελώντας. «Και στο Ιντερνετ έγινε ο χαμός. Σύμφωνα με τα νούμερα επισκεψιμότητας στο Google videos, όπου ακόμα παίζεται, το είδαν περισσότεροι από 250.000 θεατές. Η ταινία είχε ανέβει στο Ιντερνετ δύο εβδομάδες πριν βγει στα σινεμά. Ξεκίνησε από το Torrents. Από εκεί προφανώς το κατέβασαν οι πειρατές». Η ταινία παίζεται σε συναυλίες, πάρτι, διακινείται σε peer to peer (δικτυακοί τόποι ελεύθερης ανταλλαγής δεδομένων). «Κάποιοι μου λένε, την ταινία σου την έχω "κάψει" και σε 50 φίλους μου, ή, έχω προτζέκτορα στην ταράτσα και το έχω δείξει σε 30 άτομα».

«Η αγορά είναι μικρή»

Είναι γεγονός πως κάθε νέα πλατφόρμα θέασης της ελληνικής ταινίας είναι ένα όφελος -αύριο μεθαύριο θα δούμε ελληνικές ταινίες στα κινητά ή στο video on demand. Ομως, όπως λέει ο Π. Γκουδής, «ενώ έξω μπορείς να καλύψεις τη χασούρα στην αίθουσα πουλώντας την ταινία σε DVD ή λ.χ. στη συνδρομητική τηλεόραση, εδώ η αγορά είναι μικρή, οι αντιδράσεις του κόσμου αστάθμητες και τα έξοδα μιας ταινίας πολλά. Σήμερα μια εταιρεία ξοδεύει πολλά και για την προώθηση ενός φιλμ σε DVD. Εχουν ξοδευτεί και 70.000 και 80.000 ευρώ. Ειδικά λόγω της διάδοσης του sell-through. Διότι επί βιντεοκασέτας είχαμε κυρίως rental».

Σύμφωνα με τον Πάνο Παπαχατζή, παραγωγό μερικών από τις γνωστότερες πρόσφατες ελληνικές επιτυχίες, «στην πραγματικότητα το DVD αντιπροσωπεύει ένα πολύ μικρό κομμάτι της πίτας. Μόλις το 15% των εσόδων μιας ταινίας».

Ο εξίσου δραστήριος παραγωγός Κώστας Λαμπρόπουλος το επιβεβαιώνει: «Ειδικά για εμάς τους παραγωγούς τα ποσοστά είναι μηδαμινά. Δεν πρέπει να υπολογίζεις σε αυτά. Εγώ βγάζω τις ταινίες στο DVD για την τιμή των όπλων. Απλώς για να υπάρχουν. Η "Λούφα" αποτελεί εξαίρεση, αλλά είναι σταγόνα στον ωκεανό. Επί βιντεοκασέτας δουλεύαμε με άλλα ποσοστά, 40-50%. Κάθε χρόνος που περνάει είναι και χειρότερα τα πράγματα. Η πειρατεία είναι κατάρα».

«Η υπερπροσφορά των εφημερίδων σε DVD έχει μειώσει τους πελάτες των βιντεοκλάμπ», υποστηρίζει ο Βελισσάριος Κοσσυβάκης της New Star, μιας εναλλακτικής εταιρείας διανομής που έχει βγάλει επτά από τις 12 ταινίες του Αγγελόπουλου και τα άπαντα του Νικολαΐδη σε DVD. «Φέτος ήταν μια δύσκολη χρονιά. Η οικονομική κρίση είναι μεγάλη και ο κόσμος αποφεύγει ό,τι θεωρεί πολυτέλεια. Καθώς λοιπόν τα βιντεοκλάμπ είναι οριακά κερδοφόρα, δεν αγοράζουν πια τα πάντα ή αγοράζουν λιγότερες κόπιες. Κι αυτό χτυπάει ευθέως τον ελληνικό κινηματογράφο. Τα μισά βιντεοκλάμπ δεν θέλουν να αγοράσουν ούτε μια κόπια ελληνικής ταινίας. Κάποια δεν έχουν ούτε ράφια για το νέο ελληνικό κινηματογράφο. Γι' αυτούς ελληνικό σινεμά είναι ακόμα μόνο ο Ψάλτης και οι ταινίες του Φίνου...».

Δεν υπάρχουν σχόλια: